«Ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς» (Ἑβρ. 11, 37-38).
«Λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, πέρασαν δοκιμασίες, θανατώθηκαν μὲ μαχαίρι, περιπλανήθηκαν ντυμένοι μὲ προβιὲς καὶ κατσικίσια δέρματα, ἔζησαν μὲ στερήσεις, ὑπέφεραν καταπιέσεις, θλίψεις καὶ κακουχίες - ὁ κόσμος δὲν ἦταν ἄξιος νά ‘χει τέτοιους ἀνθρώπους- πλανήθηκαν σὲ ἐρημιὲς καὶ βουνά, σὲ σπηλιὲς καὶ σὲ τρύπες τῆς γῆς»
Δεν ήταν άξιος ο κόσμος να έχει τέτοιους ανθρώπους, λέει ο απόστολος Παύλος, αναφερόμενος στους δικαίους της Παλαιάς Διαθήκης, προφήτες, κριτές, ανθρώπους που στάθηκαν αντίθετοι στο πνεύμα των καιρών, στον θρησκευτικό συγκρητισμό τον οποίο ακολουθούσε η τότε εξουσία, δηλαδή στην επιθυμία των βασιλιάδων να τα βρούνε με τους ειδωλολάτρες γείτονές τους ενθαρρύνοντας μεικτούς γάμους, αλλά και αφήνοντας κατά μέρος την ιουδαϊκή παράδοση. Και δεν ήταν άξιος ο κόσμος να έχει τέτοιους ανθρώπους, διότι αυτοί αντιστάθηκαν υπέφεραν, προτίμησαν το μαρτύριο και τον θάνατο παρά να συμβιβαστούν με το κακό και την αμαρτία. Δεν διάλεξαν την αφομοίωση, την επιβίωση, τους χαμηλούς τόνους, την άρνηση του θεϊκού θελήματος. Αντίθετα, στάθηκαν μέχρι τέλους πιστοί στο τι ζητούσε ο Θεός κι ας ήταν ο δρόμος αυτός δύσκολος.
Δεν ήταν άξιος ο κόσμος να έχει τέτοιους ανθρώπους. Ο κόσμος θέλει το ίδιον. Ακολουθεί τον κοσμοκράτορα του αιώνος τούτου, όχι αναφορικά με τα επιτεύγματα της επιστήμης και της τεχνολογίας, αλλά, κυρίως, με βάση την αυτοθέωσή μας. Ο κόσμος θεωρεί ότι ο άνθρωπος δεν χρειάζεται τον Θεό. Και όποιος του υπενθυμίζει το αντίθετο, τον απορρίπτει. Γι’ αυτό και ο κόσμος δεν θέλει προσευχή, δεν θέλει νηστεία, δεν θέλει άσκηση, δεν θέλει αγάπη. Ο κόσμος ζητά αυτοδικαίωση, ζητά αυτάρκεια, ζητά ευχαρίστηση. Θέλει ο κάθε άνθρωπος να έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο ο ίδιος για τη ζωή του, χωρίς να αφήνει περιθώριο στον Θεό να δείχνει την πορεία και τον σκοπό της. Γι’ αυτό και όσοι πηγαίνουν με τον καιρό να είναι κόντρα, συναντούν την αμφισβήτηση, την περιφρόνηση, τον διωγμό, ηθικό και κοινωνικό, κάποτε και φυσικό.
Ας αναρωτηθούμε στους καιρούς μας, καθώς πλησιάζουμε στην Μητρόπολη των εορτών, τι άνθρωποι είμαστε εμείς οι χριστιανοί. Διαλέγουμε την οδό του Θεού, της αλήθειας, της αγάπης, της αντίστασης στον τρόπο της αυτοθέωσης ή γινόμαστε ένα με την ευκολία του ρεύματος του κοσμικού; Ή, ακόμη χειρότερα, νομίζουμε ότι αντιστεκόμαστε ασχολούμενοι με δευτερεύοντα και, συχνά, ανούσια θέματα, τα οποία δεν έχουν να κάνουν με το θέλημα του Θεού και τις εντολές Του, αλλά με δικές μας φοβίες ή με λανθασμένες ερμηνείες των όσων νομίζουμε πως η πίστη υπερασπίζεται, με αποτέλεσμα να έχουμε ψευδαισθήσεις αντιστασιακών, ενώ είμαστε μακριά από την αλήθεια.
Δεν είναι άξιος ο κόσμος να έχει στις τάξεις του ανθρώπους που ακολουθούν το Ευαγγέλιο, τον δρόμο και τον τρόπο του Θεού. Όμως αυτή είναι η μαρτυρία της πίστης και η ελπίδα, να υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι και να είμαστε τέτοιοι άνθρωποι. Να δίνουμε με τη ζωή μας τέτοια μηνύματα μίμησης των αγίων. Και τότε μόνο οι μεγάλες γιορτές της πίστης έχουν βαθύτερο νόημα. Όταν εκκλησιοποιούνται από ανθρώπους που νιώθουν και ζούνε όπως η Εκκλησία προτείνει: με κέντρο τον Χριστό, την κοινότητα, την Ευχαριστία, την αγάπη, τον αγώνα εναντίον του συμβιβασμού με το κακό.
Δεν είμαστε μόνοι μας σε έναν τέτοιο κόσμο. Δεν είναι ότι πρέπει να νομίζουμε ότι γινόμαστε κάποιοι με την όποια αντίσταση. Άλλωστε, χωρίς τον Χριστό «ου δυνάμεθα ποιείν ουδέν» (Ιωαν. 15,6). Ας κάνουμε το μικρό μας βήμα αντίστασης όντας εν τη Εκκλησία. Και Εκείνος θα μας ενισχύσει.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
22 Δεκεμβρίου 2024
Κυριακή προ Χριστού Γεννήσεως
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου