Translate

Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2024

Ο Κερκύρας Νεκτάριος στον Ι.Ν. Μεταμορφώσεως Σωτήρος Πλάκας

    Η κοινότητα των εν Αθήναις Κερκυραίων υποδέχθηκε σήμερα λειτουργικώς στον υπερχιλιετή ιστορικό Ιερό Ναό Μεταμορφώσεως Σωτήρος (Κοττάκη) στην Πλάκα τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κέρκυρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων, κ. Νεκτάριο.

Ο Σεβασμιώτατος χοροστάτησε στη θεία λειτουργία και την αρτοκλασία που τελέστηκε μεθεόρτια προς τιμή του Αγίου Διονυσίου του Αεροπαγίτου, Πολιούχου της πόλεως των Αθηνών. Αφού ευλόγησε το πολυπληθές εκκλησίασμα, ευχαρίστησε τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμο για την άδεια να λειτουργήσει στον Ιερό Ναό, τους κληρικούς του ναού για τη φιλοξενία, τους βυζαντινούς ψάλτες και την πολυφωνική κερκυραϊκή χορωδία μεθ’ αρμονίου για την κατανυκτική απόδοση της θείας λειτουργίας με τον ιδιαίτερο επτανησιακό μελωδικό τρόπο. Κατά το κήρυγμα του θείου λογού ο κ. Νεκτάριος εστίασε στη σημερινή ευαγγελική περικοπή (Κυρ. Γ’ Λουκά 7:11-16), και μεταξύ άλλων τόνισε ότι:«το περιστατικό της ανάστασης του γιού της χήρας της Ναΐν μας προτρέπει να φιλοσοφήσουμε το μυστήριο του θανάτου… Ο σύγχρονος άνθρωπος είναι εν πολλοίς δεσμώτης του θανάτου καθώς φοβάται ότι θα στερηθεί τα υλικά και πρόσκαιρα αγαθά.

Τουναντίον, για τον άνθρωπο που ζει κατά Χριστόν, ο θάνατος αποτελεί τη στιγμή της αναγέννησης, εξ ου και η γενέθλια ημέρα για τους μάρτυρες γίνεται η ημέρα που ανάγει αυτούς στην αληθινή ζωή, στο αληθινό γίγνεσθαι… Η γλυκύτητα της μελλούσης ζωής αποτελεί το έναυσμα και διαρκές κίνητρο του βαπτισμένου Χριστιανού στον επίγειο αγώνα του…

Έτσι αρχίζει «ο της κακίας αφανισμός και η του θανάτου κατάλυσις», όπως μας διδάσκει ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης… Με το άγιο Βάπτισμα αλλάζει η έννοια του θανάτου για τον βαπτισμένο Χριστιανό που πλέον ανίσταται μαζί με Αυτόν που έδωσε τον εαυτό του «ινα δια του θανατου καταργηση τον το κρατος εχοντα του θανατου τουτεστιν τον διαβολον» (Εβρ. 2:14)…

Μόνο η αθανασία του Θεού μπορεί να εγγυηθεί την αθανασία της θνητής φύσεως του ανθρώπου, αφού «το θνητόν εν τω αθανάτω γενόμενον αθανασία εγένετο» (Νύσσης)…»

Στην αντιφώνηση του, ο προϊστάμενος του ιερού ναού, Αρχιμ. π. Ισίδωρος Κάτσος, Επίκουρος καθηγητής στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστήμιου Αθηνών, ευχαρίστησε τον Σεβασμιώτατο για την ευλογητή παρουσία του καθώς για πρώτη φορά από της ενθρονίσεώς του λειτουργεί στον ιερό ναό.

Υπενθύμισε εντούτοις το συνεχές ενδιαφέρον του Σεβασμιωτάτου για το κερκυραϊκό εκκλησίασμα και τις ιερές παραδόσεις του, που μαρτυρείται από τα εκλεκτά κειμήλια που ο κ. Νεκτάριος έχει εναποθέσει στον ναό ως καταπιστεύματα χάριτος και θεοσεβείας, δηλονότι την βυζαντινή εικόνα του Αγίου Σπυρίδωνα, ιδιαίτερης καλλιτεχνικής αξίας, και την ιερά εμβάδα του Αγίου, αμφότερα κειμήλια που προσφέρονται για προσκύνηση κατ’ έτος τόσο κατά το λεγόμενο «πρωτοκύριακο» του Αγίου Σπυρίδωνα, την πρώτη Κυριακή του Νοέμβριου, όσο και κατά την εορτή της ιεράς μνήμης του στις 12 Δεκέμβριου.

Κατά τη διάρκεια της θείας λειτουργίας και της αρτοκλασίας εκπροσωπήθηκαν η Ομοσπονδία Συλλόγων Κερκυραίων Αττικής, από τον κ. Ιωάννη Παργινό, Προέδρο, και Μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, η Κερκυραϊκή Ένωση Αθηνών, από τον κ. Θωμά Σούλλο, Προέδρο, και Μέλη του Δ.Σ., η Κερκυραϊκή Εστία Αθηνών από την κα Λίνα Βεργή, Προέδρο, και Μέλη του Δ.Σ.

Παρευρέθησαν ο Κοσμήτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, καθηγητής κ. Μανώλης Καραγεωργούδης, και ο καθηγητής της Θεολογικής Σχολής, κ. Νικόλαος Ξιώνης.

Την ευθύνη του αναλογίου είχε ο μουσικοδιδάσκαλος και πρωτοψάλτης κ Πέτρος Δασκαλοθανάσης, ενώ το αποστολικό ανάγνωσμα απέδωσε ο κερκυραίος ιεροψάλτης κ Ιωάννης Άνθης, θεματοφύλακας της ψαλτικής παράδοσης του ιερού ναού πλέον της τεσσαρακονταετίας.

Την πολυφωνική χορωδία διηύθυνε ο χοράρχης κ Διονύσιος Βυθούλκας, ενώ την ευθύνη του αρμονίου είχε ο μουσικοδιδάσκαλος κ Δημήτρης Γρηγορόπουλος.








Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2024

ΤΟ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 6 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2024 - Γ' ΛΟΥΚΑ (Β’ Κορ. 4, 6-15)

 

     Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς ὁ εἰπὼν ἐκ σκότους φῶς λάμψαι, ὃς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἔχομεν δὲ τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν, ἵνα ἡ ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ καὶ μὴ ἐξ ἡμῶν,  ἐν παντὶ θλιβόμενοι ἀλλ' οὐ στενοχωρούμενοι, ἀπορούμενοι ἀλλ' οὐκ ἐξαπορούμενοι,  διωκόμενοι ἀλλ' οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ' οὐκ ἀπολλύμενοι,  πάντοτε τὴν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ. Ἀεὶ γὰρ ἡμεῖς οἱ ζῶντες εἰς θάνατον παραδιδόμεθα διὰ Ἰησοῦν, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ φανερωθῇ ἐν τῇ θνητῇ σαρκὶ ἡμῶν. Ὥστε ὁ μὲν θάνατος ἐν ἡμῖν ἐνεργεῖται, ἡ δὲ ζωὴ ἐν ὑμῖν. Ἔχοντες δὲ τὸ αὐτὸ πνεῦμα τῆς πίστεως κατὰ τὸ γεγραμμένον, ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα, καὶ ἡμεῖς πιστεύομεν, διὸ καὶ λαλοῦμεν, εἰδότες ὅτι ὁ ἐγείρας τὸν Κύριον Ἰησοῦν καὶ ἡμᾶς διὰ Ἰησοῦ ἐγερεῖ καὶ παραστήσει σὺν ὑμῖν. Τὰ γὰρ πάντα δι' ὑμᾶς, ἵνα ἡ χάρις πλεονάσασα διὰ τῶν πλειόνων τὴν εὐχαριστίαν περισσεύσῃ εἰς τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ.

Ἀπόδοση σέ ἁπλή γλῶσσα

Αδελφοί, ο Θεός που είπε μέσα από το σκοτάδι να λάμψει φως, αυτός έλαμψε μέσα στις καρδιές μας και μας φώτισε να γνωρίσουμε τη δόξα του στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Αλλά εμείς που έχουμε αυτόν το θησαυρό είμαστε σαν τα πήλινα δοχεία· έτσι γίνεται φανερό πως η υπερβολική αξία του θησαυρού αυτού προέρχεται από το Θεό κι όχι από μας. Αν και μας πιέζουν από παντού, δε μας καταβάλλουν. Βρισκόμαστε σε αδιέξοδο, αλλά δεν απελπιζόμαστε. Μας καταδιώκουν, ο Θεός όμως δε μας εγκαταλείπει. Μας ρίχνουν κάτω, μα δε χάνουμε τον αγώνα. Συνεχώς υποφέρουμε σωματικά μετέχοντας έτσι στο θάνατο του Κυρίου Ιησού, για να φανερωθεί στο πρόσωπό μας η ζωή του αναστημένου Ιησού. Δηλαδή είμαστε ζωντανοί, αλλά εκθέτουμε συνεχώς τον εαυτό μας στο θάνατο για χάρη του Ιησού, ώστε να φανερωθεί στο θνητό μας σώμα η ζωή του Ιησού. Έτσι, εμάς μας απειλεί συνεχώς ο θάνατος, ενώ εσείς κερδίζετε τη ζωή. Έχουμε, λοιπόν, την ίδια εμπιστοσύνη στο Θεό, που αναφέρει η Γραφή: Εμπιστεύτηκα τον εαυτό μου στο Θεό, γι’ αυτό και μίλησα. Κι εμείς έχουμε εμπιστοσύνη στο Θεό, γι’ αυτό και κηρύττουμε. Ξέρουμε ότι ο Θεός, που ανέστησε τον Κύριο Ιησού, θα αναστήσει και εμάς δια του Ιησού και θα μας παρουσιάσει μπροστά του μαζί σας. Όλα, λοιπόν, γίνονται για σας. Έτσι, όσο πιο πολλοί δεχτούν τη χάρη, τόσο πιο μεγάλη θα είναι η ευχαριστία και η δοξολογία προς το Θεό.

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 6 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2024- Γ' ΛΟΥΚΑ (Λουκ. 7, 11-16)

    Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπορεύετο ὁ ᾿Ιησοῦς εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν· καὶ συνεπορεύοντο αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἱκανοὶ καὶ ὄχλος πολύς. ῾Ως δὲ ἤγγισε τῇ πύλῃ τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτοῦ, καὶ αὕτη ἦν χήρα, καὶ ὄχλος τῆς πόλεως ἱκανὸς ἦν σὺν αὐτῇ. Καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ· Μὴ κλαῖε· καὶ προσελθὼν ἥψατο τῆς σοροῦ, οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε· Νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι. Καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ. ῎Ελαβε δὲ φόβος πάντας καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεόν, λέγοντες ὅτι προφήτης μέγας ἐγήγερται ἐν ἡμῖν, καὶ ὅτι ἐπεσκέψατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ.

Ἀπόδοση σέ ἁπλή γλῶσσα

Ἐκεῖνο τὸν καιρό, πῆγε ὁ ᾿Ιησοῦς σὲ μιὰ πόλη ποὺ λεγόταν Ναΐν. Μαζί του ἦταν ἀρκετοὶ μαθητές του καὶ πολὺ πλῆθος. Τὴν ὥρα ποὺ πλησίαζαν στὴν πύλη τῆς πόλης, ἔβγαζαν ἕναν νεκρό, τὸν μονάκριβο γιὸ μιᾶς μάνας, ποὺ μάλιστα ἦταν χήρα. Κόσμος πολὺς ἀπὸ τὴν πόλη τὴ συνόδευε. ῞Οταν εἶδε τὴ χήρα ὁ Κύριος, τὴ σπλαχνίστηκε καὶ τῆς εἶπε· «Μὴν κλαῖς». ῎Επειτα προχώρησε, ἀκούμπησε τὴ σορό, καὶ ἀφοῦ στὸ μεταξὺ αὐτοὶ ποὺ βαστοῦσαν τὸ φέρετρο σταμάτησαν, εἶπε· «Νεαρέ, σὲ διατάζω νὰ σηκωθεῖς». ῾Ο νεκρὸς ἀνακάθισε κι ἄρχισε νὰ μιλάει. ῾Ο ᾿Ιησοῦς τότε τὸν παρέδωσε στὴ μητέρα του. ῞Ολους τοὺς κυρίεψε δέος καὶ δόξαζαν τὸν Θεό· «Μεγάλος προφήτης», ἔλεγαν, «ἐμφανίστηκε ἀνάμεσά μας!» καί· «῾Ο Θεὸς ἦρθε νὰ σώσει τὸν λαό του!»

Η ΖΩΗ ΒΓΑΙΝΕΙ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ

Ἀεὶ γὰρ ἡμεῖς οἱ ζῶντες εἰς θάνατον παραδιδόμεθα διὰ Ἰησοῦν, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ φανερωθῇ ἐν τῇ θνητῇ σαρκὶ ἡμῶν (Β’ Κορ. 4, 11)

Δηλαδή είμαστε ζωντανοί, αλλά εκθέτουμε συνεχώς τον εαυτό μας στο θάνατο για χάρη του Ιησού, ώστε να φανερωθεί στο θνητό μας σώμα η ζωή του Ιησού.

 Ο απόστολος Παύλος γράφει προς τους Κορινθίους τη δεύτερη επιστολή του, για να τους θυμίσει, μεταξύ άλλων, ότι η όντως ζωή βγαίνει μέσα από τον θάνατο. Οι άνθρωποι βλέπουμε τη ζωή στο «φαίνεσθαί» της. Στις σωματικές της λειτουργίες, στην καθημερινότητά της, στην κίνηση προς τον άλλο, τον κόσμο, τον εαυτό μας, στη θέα διά των αισθήσεων, στους στόχους και τα επιτεύγματα. Είναι όντως ζωή όμως αυτό το «φαίνεσθαι»;

 Θα ήμασταν αχάριστοι έναντι του Θεού αν ισχυριζόμασταν ότι όλα αυτά, επειδή έχουν έναν χαρακτήρα πρόσκαιρο, δεν είναι ζωή. Επειδή είναι εκφάνσεις εν χρόνω, δεν αξίζουν. Ο Θεός όρισε να ζούμε στον κόσμο, στον χρόνο που Εκείνος επέτρεψε, να έχουμε τους γονείς που μας έφεραν στη ζωή, να έχουμε να παλέψουμε μέσα στον πολιτισμό και τα ήθη που συναντούμε. Και επαφίεται σε μας να χαράξουμε δρόμους ή απλώς να ακολουθήσουμε ή και να καταστρέψουμε ή και να αδιαφορήσουμε. Όμως ο Θεός μας προίκισε και με ένα ξεχωριστό και μοναδικό δώρο: το πνεύμα, την ψυχή μας, ώστε να είμαστε διαφορετικοί όχι μόνο σωματικά και κατ’ όψιν, αλλά και ως πρόσωπα σε σχέση με τους άλλους ανθρώπους. Και μας έδωσε, μέσα από το πνεύμα, την ψυχή μας, τη δυνατότητα να έχουμε ξεχωριστά χαρίσματα, εικόνα δική του, την αγάπη και την ελευθερία, το λογικό, τη συνείδηση, τη δημιουργικότητα, τη δυναμική να σχετιζόμαστε με τον πλησίον μας, να χτίζουμε κατά το θέλημα του Θεού ή κατά το θέλημα το δικό μας ή σε συνδυασμό. Όλος αυτός ο δρόμος όμως στην πραγματικότητα έχει τέρμα του τον θάνατο, την έξοδό μας δηλαδή από τον χρόνο. 

 Γι’ αυτό η όντως ζωή περνά μέσα από τη σχέση με τον Χριστό. Εκείνος είναι που μέσα από την κοινωνία μαζί Του μπορούμε να δώσουμε νόημα που διαρκεί σε όλα όσα πράττουμε, σε όλα όσα ζούμε, σε όλα όσα είμαστε. Να περάσουμε δηλαδή από το «φαίνεσθαι» στο «είναι» όχι ως άτομα, αλλά ως πρόσωπα που Τον αναζητούμε και Τον βρίσκουμε στον τρόπο της Εκκλησίας. Στη θεία κοινωνία, δηλαδή στη μετοχή μας στη Θεανθρώπινη ύπαρξή Του, όπως Εκείνος μάς προσφέρεται για να γίνουμε ένα. Στην αγάπη προς τον πλησίον, όπως Εκείνος μάς την έδειξε, δηλαδή με τον τρόπο του σταυρού, της συγχώρεσης, της θυσίας, της υπομονής. Στην πίστη στην ανάσταση, η οποία γκρεμίζει την ιδεολογία του μηδενισμού και κάνει τη ζωή να αξίζει, διότι η έξοδος από τον χρόνο δεν είναι σβήσιμο του προσώπου, αλλά κοίμηση και, την ίδια στιγμή, θέαση του προσώπου του Χριστού, του φωτός, της ελπίδας, της αγάπης που γίνεται αιωνιότητα. 

 Όλα όσα ζούμε είναι ζωή αληθινή. Δεν είναι όμως αυτάρκης αυτή η ζωή. Χρειάζεται να εκθέτουμε τον εαυτό μας στον θάνατο: αυτόν της υπέρβασης της αμαρτίας, δηλαδή της αίσθησης ότι τα πάντα είναι για μένα και για το πρόσκαιρο της ζωής και δεν μου χρειάζεται ο Θεός, ενώ ο πλησίον υπάρχει για να τον χρησιμοποιώ. Και είναι θάνατος αυτός ο αγώνας να νικήσουμε την αμαρτία, διότι έχουμε να πολεμήσουμε με τον «έτερο νόμο» (Ρωμ. 7,23), του να κάνουμε αυτό που δεν θέλουμε. Τον νόμο του θελήματος. Τον νόμο του πειρασμού. Τον νόμο του «μόνο εγώ».  Αν πεθαίνουμε ως προς αυτόν τον νόμο, τότε φανερώνεται εντός μας η ζωή του Χριστού. Η ζωή της αγάπης. Η ζωή της ανάστασης. Η ζωή που δεν νικιέται από τον θάνατο. Αυτός είναι ο τρόπος της Εκκλησίας, που χρειάζεται να τον αναζητήσουμε και να τον ζήσουμε. Διότι ο Χριστός δεν μας αφήνει μόνους στον αγώνα εναντίον του έτερου νόμου, αλλά μας εξάγει συνεχώς στη ζωή. Που, μαζί του, είναι η όντως και ατελεύτητη. 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

6 Οκτωβρίου 2024

Κυριακή Γ’ Λουκά

Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2024

ΥΠΕΡΑΣΠΙΖΟΜΑΙ ΤΟΝ ΑΛΛΟ ‘Η ΜΟΝΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ;

     «Αυτός που υπερασπίζεται τον κατατρεγμένο βρίσκει υπέρμαχό του τον Θεό» (άγιος Ισαάκ ο Σύρος).

             Πόσο εύκολη είναι η απόρριψη του άλλου στους καιρούς μας! Οι άνθρωποι λειτουργούμε με χαιρεκακία, ιδίως όταν ο άλλος συντρίβεται είτε από τα λάθη του είτε από τον κόσμο και τη σκληρή  πραγματικότητα, με αποτέλεσμα τότε να φαίνεται ποια είναι η καρδιά μας. Αν είμαστε έτοιμοι να υπερασπιστούμε τον νικημένο, τον κατατρεγμένο, τον αδικημένο της ζωής, αναζητώντας την αλήθεια, ή αν ρίχνουμε κι εμείς τον λίθο του αναθέματος, δένουμε κι εμείς με τη σειρά μας μία πέτρα στον λαιμό του, για να τον ρίξουμε βαθύτερα στην απόγνωση, είναι το κρίσιμο δίλημμα. 

           Η απάντηση πηγάζει πρώτα από τον χαρακτήρα που έχουμε. Αν μεγαλώσαμε με την αίσθηση του αδικημένου από τους γονείς, τα αδέρφια μας, τους δασκάλους μας, έχοντας την εντύπωση ή και τη βεβαιότητα ότι δεν μας αναγνωρίζεται η αξία μας, τότε εύκολα μπαίνουμε στη λογική του «ο καθένας να λάβει ό,τι του πρέπει». Αν πάλι νιώθουμε ότι οι άλλοι δεν πρέπει να περάσουν ό,τι περνάμε εμείς, ακόμη κι αν κάνουν λάθη, τότε βρισκόμαστε σε έναν δρόμο συμπάθειας και αγάπης. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα αφήσουμε κατά μέρος την αλήθεια για τα όποια λάθη, δικά μας και των άλλων. Είναι άλλο όμως η αγαπητική προσέγγιση, που υποδεικνύει χωρίς να μειώνει ή να καταργεί την αξία του ανθρώπινου προσώπου και άλλο η αίσθηση ότι ό,τι κάνεις, αυτό θα λάβεις, ως τιμωρία από τον Θεό και τους ανθρώπους.

              Ο ασκητικός λόγος μάς ζητά να υπερασπιζόμαστε τους κατατρεγμένους. Να μην είμαστε κλεισμένοι στον εαυτό μας, ούτε να έχουμε την πεποίθηση πως η προσωπική μας σωτηρία είναι ο δρόμος που μάς δίδει αυτάρκεια. Ο χριστιανός κλήθηκε να παλεύει στην ιστορία, να υπερασπίζεται το αληθινό, αυτό που είναι κατά τον νόμο του Χριστού. Να μη δέχεται την αδικία, ακόμη κι αν αυτή τον εξυπηρετεί ή δεν τον βλάπτει. Να συνεισφέρει από το περίσσευμα ή το υστέρημά του στην έλλειψη του άλλου. Και να ακούγεται η φωνή του, φωνή δικαιοσύνης, σε έναν κόσμο επανάπαυσης. Και ο Θεός δεν ξεχνά ούτε τον αδικημένο, ούτε τον υπερασπιστή.

              Στην οικογένεια αυτός ο δρόμος δεν είναι εύκολα εφαρμόσιμος. Αν στο ζευγάρι επικρατεί η αίσθηση ότι «το δίκιο μου» πρέπει να επικρατήσει, τότε δεν μπορεί η αγάπη να ζυγιάσει τα πράγματα.  Αν «το δίκιο» αποδειχτεί ανώφελο ή ηττηθεί, τότε ο άλλος εύκολα παραδίδεται στο αίσθημα της αυτοδικαίωσης. Αν τα παιδιά μαλώνουν μεταξύ τους, οι γονείς δυσκολεύονται να πάρουν θέση, διότι φοβούνται ότι κάποια πλευρά θα δυσαρεστήσουν. Όμως ο λόγος του Θεού είναι ξεκάθαρος: «να υπερασπίζεσαι τον κατατρεγμένο». Να βλέπεις την αλήθεια και να τη δείχνεις, με αγάπη, διακριτικότητα και σταθερότητα. Να μην αφήνεις, όσο εξαρτάται από σένα,  αυτόν που δεν φταίει να γίνεται θύμα. Να οδηγείς, με τη σταθερότητα του λόγου και του παραδείγματος, τον αδικούντα  στην μετάνοια. Να προσεύχεσαι στον Θεό για τα υπόλοιπα. 

      Η υπεράσπιση προϋποθέτει σύγκρουση. Οι άνθρωποι φοβόμαστε έναν τέτοιο δρόμο, διότι είναι επώδυνος. Γι’ αυτό χρειάζεται να μένουμε αταλάντευτοι σ’ αυτό που είναι σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, χωρίς όμως απαραιτήτως να οδηγούμαστε στη ρήξη, στην εχθρότητα, στη μνησικακία. Η αλήθεια δεν κρύβεται. Όμως μπορεί να συνδυαστεί με την εμπιστοσύνη στον Θεό που έχει τον τελευταίο λόγο. Κι Εκείνος θα φωτίσει. 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»

στο φύλλο της Τετάρτης 2 Οκτωβρίου 2024

Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2024

Ο Μητροπολίτης Κερκύρας στη Θεσσαλονίκη

    Ο Σεβ. Μητροπολίτης Κερκύρας κ. Νεκτάριος μετέβη στη Θεσσαλονίκη συνοδεύοντας το Ιερό Λείψανο της αγίας δεξιάς χείρας του Αγίου Σπυρίδωνος Επισκόπου Τριμυθούντος, μετά από ευγενή πρόσκληση του Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ. Φιλοθέου. Το Ιερό Λείψανο παρέδωσε εις χείρας του Αγίου Θεσσαλονίκης ο Σεβ. Κερκύρας, στον Ιερό Ναό Αγίου Σπυρίδωνος Τριανδρίας προκειμένου να το ασπαστούν και να ενισχυθούν πνευματικά οι πιστοί της ενορίας. Με την ευκαιρία αυτή, ο Σεβ. Μητροπολίτης Κερκύρας κ. Νεκτάριος, λειτούργησε και ομίλησε τη Β’ Κυριακή του Λουκά στον ως άνω Ιερό Ναό.

Στην ομιλία που απεύθυνε ο Σεβ. κατά τη Θεία Λειτουργία, όπου πλήθος λαού παρίστατο μετά πολλών εκπροσώπων των αρχών του τόπου, έλαβε αφορμή από το αποστολικό ανάγνωσμα και συγκεκριμένα από τη Β’ προς Κορινθίους Επιστολή του Αποστόλου Παύλου:

«ουχ ότι κυριεύομεν υμών της πίστεως αλλά συνεργοί εσμέν της χαράς υμών».

Ο Απόστολος Παύλος με τις αποστολικές του περιοδείες, δημιούργησε και θεμελίωσε πολλές Εκκλησίες εν οις και την εκκλησία της Κορίνθου. Στη συνέχεια, εφρόντιζε ώστε όλα τα μέλη των Εκκλησιών να διατηρούν την ενότητα της πίστεως και να είναι ενωμένα αναμεταξύ τους. Στην Κόρινθο παρατηρήθηκε ένα σκάνδαλο. Αυτό ήταν η εισχώρηση ψευδάδελφων και ψευδαπόστολων. Ως αποτέλεσμα, οι πιστοί της Κορίνθου διαιρούνταν και προσανατολίζονταν στα πρόσωπα των αιρετιζόντων και ψευδοποιμένων. Ο Απόστολος Παύλος έγραψε αυτή του την επιστολή διότι ήθελε να τους εξηγήσει ότι ο ίδιος έχει πατρική αγάπη προς όλα τα μέλη της εκκλησίας και δεν οδήγησε κανέναν προς τη λατρεία του προσώπου του. Για αυτό τους λέγει ότι δεν είναι ο εξουσιαστής και ο κυρίαρχος της πίστεως, την οποία ο ίδιος τους εμφύτευσε και τους οδήγησε στην αλήθεια του Χριστού και της ελευθερίας από την αμαρτία. Μάλιστα, τους ψέγει, διότι οι ίδιοι με την στάση τους συνιστούν ενοχή καθώς προσανατολίζονται στα πρόσωπα των ψευδαδέλφων και όχι στο πρόσωπο του Κυρίου μας. Ακόμη δε, ονομάζει όλους εκείνους οι οποίοι έχουν και την ευθύνη του φατριασμού στην Εκκλησία της Κορίνθου «εξουσιαστές και δόλιους εργάτες». Είναι γεγονός πως όταν τα εκκλησιαστικά κριτήρια των πιστών ατονήσουν ή αδρανήσουν, τότε αποδυναμώνονται οι γνήσιοι ποιμένες και επικρατούν οι κίβδηλοι. Ακόμη και στην εποχή μας, δεν παύουν οι ομάδες και οι φατρίες μέσα στην εκκλησία του Χριστού μας που δεν οικοδομούν, αντίθετα, καταχρώνται την ευσέβεια των πιστών. Κυρίως όμως, είναι το διαδίκτυο το οποίο κάνει πολύ μεγάλη ζημία προς αυτήν την κατεύθυνση. Αυτό συμβαίνει όταν οι άνθρωποι εμπιστεύονται περισσότερο την πνευματική τους οικοδομή μέσα από την πληροφορία και όχι μέσα από τη γνήσια ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία.

Ο Κύριος της πίστεώς μας δεν είναι ούτε οι διδάσκαλοι, ούτε οι ποιμένες, αλλά είναι ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός. Εμείς είμαστε απλώς συνεργοί της πίστεως των πιστών και όχι εξουσιαστές. Πατέρες και όχι κυρίαρχοι, αλλά οδηγοί εις Χριστόν. Διότι, κατά τον Απόστολο Παύλο, ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός είναι «ο ενεργών εν ημίν» και «το θέλειν και το ενεργείν». Η πίστη στην οποία οδηγούμε τους ανθρώπους, δεν είναι μια αόριστη και συναισθηματική κατάσταση, αλλά είναι σχέση ζωής του πιστεύοντος με τον πιστευόμενον. Εκείνος ο οποίος εμπιστεύεται τον Κύριον, παραδίδει ολόκληρη τη ζωή σε Εκείνον. Όπως ακριβώς συμβαίνει με ένα μικρό παιδί που εμπιστεύεται απόλυτα τη μητέρα του και δεν εμπιστεύεται κανέναν άλλον. 

Τέλος, ο Απόστολος Παύλος λέγει για τους αληθινούς ποιμένες και πατέρες ότι δεν είμαστε παρά «οι διάκονοι δι’ ων επιστεύσατε εις τον Κύριον Ιησούν Χριστόν». Επομένως, ένας αληθινός επίσκοπος, ένας αληθινός πνευματικός πατέρας και διδάσκαλος δεν είναι ο εξουσιαστής των πιστών αλλά είναι εκείνος ο οποίος συμπονάει και συμπορεύεται το δρόμο της ελευθερίας των πιστών από την παγίδα της δουλείας. Τελικά, γίνεται συνεργός στη χαρά της πίστεως, της αλήθειας και της αγάπης των πιστών. Αυτοί είναι οι γνήσιοι ποιμένες αλλά και η γνήσια σχέση ποιμνίου και γνησίου πνευματικού πατέρα ο οποίος οδηγεί το ποίμνιό του στη σωτηρία. Αυτή η σχέση του αληθινού ποιμένος ήταν και του Αγίου Σπυρίδωνος όταν ήταν επίσκοπος στην Τριμυθούντα με το ποίμνιό του. Μετά την κοίμησή του, ο Άγιος συνεχίζει να έχει ακριβώς αυτήν τη σχέση με όλο το ορθόδοξο πλήρωμα της Εκκλησίας μας.