Είχα ακούσει τόσα για εκείνον. Τώρα που περνούσα από την πόλη του, από το τόπο του μαρτυρίου του δε μπορούσα έστω και για λίγο να μην σταματήσω, να πω ένα ευχαριστώ στο μάρτυρα του Χριστού. Όμορφος, νέος, σύζυγος και νέος πατέρας ενός μικρού αγοριού. Με την φουστανέλα του, το γιλέκο και το κόκκινο σκουφάκι του, λαμπρός και περήφανος. Μα κυρίως με τον σταυρό στο χέρι, να δηλώνει για ποιον θυσιάστηκε, για ποιον δέχθηκε τον θάνατο και αρνήθηκε τα πλούτη και τα προσφερόμενα δελεαστικά προνόμια.
Αναφερόμαστε στο νεομάρτυρα του Χριστού, Γεώργιο τον εξ Ιωαννίνων.
Ο Άγιος Γεώργιος γεννήθηκε το 1808 μ.Χ. στο χωριό Τζούρχλι (ή Τζούραλη) της επαρχίας Γρεβενών (σήμερα φέρει την ονομασία Άγιος Γεώργιος), από γονείς φτωχούς γεωργούς, τον Κωνσταντίνο και τη Βασίλω. Ο Γεώργιος, επειδή οι γονείς του ήταν φτωχοί, παρέμεινε αγράμματος. Ορφάνεψε σε παιδική ηλικία και πήγε στα Ιωάννινα, όπου έγινε Ιπποκόμος του Χατζή Αβδουλά, αξιωματικού του Ιμίν πασά, στον οποίο και παρέμεινε για οκτώ χρόνια. Κατά τον Οκτώβριο του 1836 μ.Χ. συκοφαντήθηκε από εχθρούς του Τούρκους, ότι δήθεν, προηγουμένως εξισλαμίστηκε και κατόπιν επανήλθε στη χριστιανική θρησκεία. Μπροστά στον κριτή ο Γεώργιος απολογήθηκε με θάρρος και απέδειξε ότι ποτέ δεν έγινε αρνησίθρησκος. Έτσι, αφού βρέθηκε και απερίτμητος τον άφησαν ελεύθερο.
Αργότερα πήρε σύζυγο ονόματι Ελένη και στις 30 Δεκεμβρίου του 1837 μ.Χ. γεννήθηκε το παιδί τους, που 8 μέρες μετά, στις 7 Ιανουαρίου, εορτή του Προδρόμου, βαπτίστηκε και, λόγω της ημέρας, έλαβε το όνομα Ιωάννης. Στην συνέχεια, ο Γεώργιος, προσλήφθηκε Ιπποκόμος του μουσελίμη Φιλιατών και πήγε στην πόλη αυτή. Κατόπιν με άδεια του αφέντη του, ήλθε στα Ιωάννινα για δικές του υποθέσεις, όπου την 12η Ιανουαρίου 1838 μ.Χ., ημέρα Τετάρτη, κάποιος Οθωμανός τον συκοφάντησε ότι δήθεν ήταν προηγουμένως Τούρκος και ξανάγινε χριστιανός. Έτσι συνελήφθη, φυλακίστηκε και με τη βία οι Τούρκοι προσπαθούσαν να τον αλλαξοπιστήσουν. Ο Γεώργιος όμως, παρέμεινε αμετάπειστος, ομολογώντας τον Χριστό. Μάταια λαός και κλήρος προσπαθούσαν να τον πείσουν να δραπετεύσει από τη φυλακή. Αυτός επέμενε να μαρτυρήσει για τον Χριστό. Τρεις φορές που οδηγήθηκε στον κριτή, συνεχώς ομολογούσε την πίστη του.
Έτσι τη Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 1838 μ.Χ., ο Γεώργιος απαγχονίστηκε στην αγορά. Τρεις ημέρες έμεινε κρεμασμένος στην αγχόνη και στο διάστημα αυτό κάθε βράδυ ένα ουράνιο φως έλαμπε στο κεφάλι του. Από την ώρα δε εκείνη ένας καταιγισμός θαυμάτων πλημμύρισε την πόλη. Πλήθος παραλύτων και πασχόντων από ποικίλες ασθένειες προστρέχοντας στον άγιο λάμβαναν τη θεραπεία τους. Ακόμη και «μια Τούρκα (Τουρκάλα) άρπαξε την κάλτσα από το πόδι του αγίου και έτρεξεν εις μίαν άρρωστη Τούρκα, ήτις εθεραπεύθη αμέσως». Γι’ αυτό και στις εικόνες ο άγιος εικονίζεται κρεμασμένος και φορώντας κάλτσα μόνο στο ένα πόδι, η πρώτη μάλιστα εικόνα του φιλοτεχνήθηκε 13 μόλις ημέρες μετά το μαρτύριό του. Έπειτα, το λείψανο του, δωρήθηκε από τον Μουσταφά πασά στον Μητροπολίτη Ιωαννίνων Ιωακείμ και τάφηκε με τιμές δίπλα στο ιερό Βήμα του Μητροπολιτικού ναού του Αγίου Αθανασίου.
Εκείνο που εσωτερικά με συντάραξε στην ανάγνωση του βίου του, είναι μια απίστευτα ανθρώπινη σκηνή. Ο άγιος, από βραδύς έχει δει ουσιαστικά σε όνειρο, δια της χάριτος του Θεού, ότι επέρχεται το μαρτύριο. Σηκώνεται, ντύνεται και βγαίνει έξω για περίπατο. Γνωρίζει, ότι δεν θα ξαναγυρίσει ζωντανός σπίτι του. Καθώς προχωράει αισθάνεται ότι η γυναίκα του, η Ελένη μαζί με τον μικρό του γιό τον Γιαννάκη, έχουν βγεί στην πόρτα του σπιτιού τους και τον κοιτούν. Τρείς φορές θα γυρίσει πίσω και θα φύγει πάλι, για να αγκαλιάσει την γυναίκα και το παιδί του. Θα πάει πίσω, θα τους φιλήσει και θα φύγει. Θα γυρίσει ξανά και ξανά, εκεί στην ζωή του, στο σπιτικό του, για το οποίο τόσο αγώνα και όνειρα έκανε.
Τι δύναμη ψυχής, χρειάζεται για να μπορέσει ένας απλός άνθρωπος να αφήσει τα πάντα για την αγάπη του Χριστού. Σαφέστατα μονάχα με την Χάρι του Θεού μπορούν να συμβούν αυτά, σε καμία περίπτωση ανθρωπίνως.
Αυτή η σκήνη με συγκλόνισε. Ξέρετε γιατί; Διότι φανερώνει τον μάρτυρα Γεώργιο απολύτως ανθρώπινο. Και αυτό λείπει πολλές φορές από αρκετά συναξάρια της εκκλησίας μας, που παρουσιάζουν τους αγίους, απόκοσμους, υπερφυσικούς, εξωπραγματικούς, μεγαλώντας έτσι την απόσταση από τον μέσο άνθρωπο και πιστό. Εδώ, στο βίου του Γεωργίου, τα πάντα είναι απλά, φυσιολογικά και ανθρώπινα, για αυτό και θεϊκά.
Αφού προσκύνησα το ναό του, και την ιερά εικόνα που αγιογραφήθηκε δεκατρείς ημέρες μετα την κοίμηση του, προχώρησα στο υπόλοιπο μέρος της οικίας του. Εκεί με περίμενε μια πιο μεγάλη έκπληξη. Τα ρούχα το αγίου! Τα αντικείμενα του, η ζώνη, το γιλέκο, το μπαουλάκι του, όλα σε εξοικειώνουν με την μορφή, την ανθρωπινότητα του, και σου φωνάζουν, ότι οι άγιοι ήταν άνθρωποι, απλοί, καθημερινοί, με φόβους, ελλείψεις, ανασφάλειες, όπως εσένα όπως εμένα, αλλά με πίστη και αγάπη στον Χριστό.
Όταν προσκυνάς έναν τέτοιο άγιο, τα ρούχα του, τα αντικείμενα του, είναι σαν να προσκυνάς εσένα, τον καθένα άνθρωπο, τον απλό και καθημερινό. Αισθάνεσαι ότι ο μπορείς και εσύ να ζήσεις με και για τον Χριστό έως θανάτου.
Ο ουρανός, η εμπειρία του Θεού, δεν ανήκει σε μια συγκεκριμένη ανθρωπολογικά ανώτερη φυλή ή είδος. Ούτε σε κάποιος ικανούς πνευματικούς καταφερτζήδες. Πολλώ δε μάλλον δεν έχουν την αποκλειστικότητα αυτής μόνο ρασοφόροι. Η αγιότητα δεν είναι κατάκτηση αλλά δώρο. Δωρεά προς όλους τους ανθρώπους που αγαπάνε τον Θεό, που δεν απογοητεύονται από τις πτώσεις και αστοχίες τους. Εκείνους, που δεν λατρεύουν την ψευδή «τελειότητα» τους, αλλά βιώνουν με ταπείνωση το έλεος και την αγάπη του Χριστού. Δεν απογοητεύονται γιατί δεν γοητεύονται από την δύναμη τους, ούτε καν από τις αρετές τους. Δεν πιστεύουν σε καμία ατομική αρετή τους. «Η μόνη αρετή μας είναι η αγάπη του Θεού», κι αυτή την αρετή όλοι μπορούμε να την αποκτήσουμε, αρκεί να το θελήσουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου