Ὁμιλία στήν ἐκδήλωση γιά τά 15 χρόνια ἀπό
τήν ἐνθρόνιση
Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κερκύρας κ.
Νεκταρίου
Κέρκυρα 22 Νοεμβρίου 2017
Ἡ
ἱστορία μιᾶς τοπικῆς Ἐκκλησίας δέν ἀποτυπώνεται μόνο στά μνημεῖα τοῦ
παρελθόντος, τά ὁποῖα τά βλέπουμε ἐνώπιόν μας: κτήρια, εἰκόνες, ἱερά
σκεύη, καμπάνες, ὅλα σημάδια μιᾶς πορείας μακραίωνης, μέ λύπες καί χαρές, μέ
ἁγίους καί ἁμαρτωλούς, μέ ἐπιφανεῖς καί καθημερινούς ανθρώπους, οἱ ὁποῖοι
φιλοξενήθηκαν εἴτε διά τῆς φυσικῆς παρουσίας τους στήν ἐκκλησιαστική κοινότητα
εἴτε διά τῆς μνείας τους ἐν ταῖς προσευχαῖς τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν καί
συνεχίζουν νά ζοῦν ἐντός της.
Ἀποτυπώνεται
καί στά κείμενα, στά ἀρχεῖα, στούς κώδικες κάθε ἐποχῆς, οἱ ὁποῖοι μαρτυροῦν ὄχι
μόνο πρόσωπα, γεγονότα, καταγραφές, ἀλλά, κυρίως, τήν ζῶσα πίστη στόν Θεό
ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι ἀπήρτισαν κατά καιρούς τήν Ἐκκλησία. Καί ἔχει σημασία ἡ
σπουδή τῶν κάθε λογῆς ἐγγράφων, ὄχι μόνο ἀπό τήν ἔποψη τοῦ ἱστορικοῦ ἐρευνητῆ,
ὁ ὁποῖος ζητᾶ νά μάθει τό παρελθόν, νά σκεφτεῖ ποιές ἦταν οἱ βάσεις γιά μία
κοινότητα ὥστε στό συγκεκριμένο χρόνο νά ἐργαστεῖ, νά ἔχει ὁδοδεῖκτες στήν
πορεία της, καθοδηγητές οἱ ὁποῖοι ἐνέπνευσαν ἤ κωλυσιέργησαν στό νά προχωρήσει
ἡ κοινότητα αὐτή. Γιά νά μποροῦμε νά ἀντλήσουμε προβληματισμούς γιά τό σήμερα,
γιά τήν δική μας πορεία, λύσεις γιά τά δικά μας προβλήματα.
Ὅταν
κάποιος μελετᾶ λοιπόν ἕνα ἀρχεῖο, πέρα ἀπό τήν καθαυτή ἐπιστημονική
διάσταση τῆς μελέτης του, πέρα ἀπό τό παλαιογραφικό, διπλωματικό, ἐκδοτικό,
ἱστορικό ενδιαφέρον, χρειάζεται νά ἀναρωτηθεῖ: γιατί εἶναι γιά μένα
πολύτιμο νά μελετήσω τήν ἱστορία οἱουδήποτε θεσμοῦ, οἱουδήποτε γεγονότος,
οἱουδήποτε χώρου; Τί ἔχει νά μοῦ προσφέρει, ὄχι κατ᾽ ἀνάγκην νά μέ διδάξει,
ἀλλά μέσα ἀπό τίς πληροφορίες τίς ὁποῖες μοῦ παρέχει αὐτή ἡ μελέτη πῶς μπορῶ νά
ἀξιολογήσω τά δικά μου βήματα; Τό ἐρώτημα λαμβάνει ἄλλες διαστάσεις ὅταν ἡ
μελέτη δέν ἔχει νά κάνει μόνο μέ τό προσωπικό, τό ἀτομικό ἐπίπεδο γνώσης
καί πληροφόρησης τοῦ εἰδικοῦ, ἀλλά ἐπεκτείνεται καί σέ θεσμικό πλέον ἐπίπεδο.
Γιά νά
ἔρθουμε στήν ἔκδοση πού μᾶς ἀφορᾶ: πόσο ἡ δημοσίευση τοῦ Κώδικα τῆς
Ἐκκλησίας τῆς Κέρκυρας, τήν ὁποία ἡ Ἱερά Μητρόπολις πραγματοποίησε,
ἀξιοποιῶντας τήν ἐξαιρετική μεταπτυχιακή ἐργασία τοῦ συνεργάτη της κ.
Κωνσταντίνου Θύμη, γραμματέως, ἱστορικοῦ, θεολόγου, μελετητῆ, θά ὠφελήσει τήν
τοπική Ἐκκλησία, πέρα ἀπό τό γεγονός τῆς δημοσίευσης πτυχῶν τοῦ παρελθόντος, οἱ
ὁποῖες πληροφοροῦν καί διασώζουν μνῆμες;
Ἡ
ἀπάντηση μπορεῖ νά δοθεῖ ἀπό ὅλους μας ἄν σταχυολογήσουμε μερικές ἀπό τίς
πληροφορίες πού πλουσιοπάροχα παρέχονται στήν ἔκδοση.
Συγκεκριμένα:
1. Ὁ
τρόπος ἐκλογῆς τῶν ἐπισκόπων, μετά τήν ἀνασύσταση τοῦ ἐπισκοπικοῦ θρόνου τῆς
Κέρκυρας ἀπό τούς Ρώσους καί στά πλαίσια τοῦ θεσμοῦ τῆς Ἑπτανήσου Πολιτείας,
τοῦ πρώτου ἀνεξάρτητου νεοελληνικοῦ κράτους, τί ἔχει νά πεῖ; Ὅπως διαφαίνεται
μέσα ἀπό τόν κώδικα, τόσο ὁ πρῶτος Μητροπολίτης Γεώργιος Χαλικιόπουλος-Μάντζαρος,
ὅσο καί οἱ μετέπειτα, Πέτρος Βούλγαρης, ἡ ἐκλογή τοῦ ὁποίου ἀκυρώθηκε γιά
ἐκκλησιαστικούς λόγους ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ὁ Ἱερόθεος Κιγάλας, ὁ
Χρύσανθος Μασέλος, ὁ Ἀθανάσιος Πολίτης ἐξελέγησαν ἀπό τόν ἱερό κλῆρο τῆς νήσου
τῆς Κέρκυρας, κατόπιν ψηφοφορίας διά σφαιριδίων. Ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον
παρουσιάζει ὁ κατάλογος τῶν ἐκλεκτόρων στήν ἐκλογή τοῦ Χρυσάνθου Μασέλου, ὁ
ὁποῖος ἀναφέρεται ὀνομαστικά στόν κάθε ἱερέα καί στήν ἐνορία-περιοχή τήν ὁποία
ὑπηρετεῖ. Τά στοιχεῖα αὐτά δείχνουν ὅτι ἡ ἐκλογή Μητροπολίτου ἦταν ὑπόθεση τοῦ
κλήρου τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, σέ συνέχεια καί τροποποίηση τοῦ τρόπου τῆς ἐκλογῆς
Πρωτοπαπᾶ, ἡ ὁποία ὅμως γίνονταν ἀπό ἐκλεκτορικό σῶμα 20 κληρικῶν (ἀρχικά
περισσότερων) καί 30 εὐγενῶν στήν καταγωγή λαϊκῶν. Μετά τήν ἐνσωμάτωση τῆς
Ἐκκλησίας τῆς Ἑπτανήσου στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἡ ἐκλογή ἐπισκόπου
μεταφέρθηκε σέ συνοδικό-κεντρικό ἐπίπεδο.
Γενικά
σέ ὅλους τούς τρόπους ἐκλογῆς βλέπουμε ἀπό τήν πλευρά τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ
πολιτεύματος τήν ἀπουσία τοῦ λαοῦ, ὅπως καί στίς Μητροπόλεις τοῦ
Τουρκοκρατούμενου Ἑλληνισμοῦ. Στά
Ἑπτάνησα ὑπάρχουν ψήγματα συμμετοχῆς τουλάχιστον τοῦ ἱεροῦ κλήρου στήν ἐκλογή
τῶν ἐπισκόπων. Ἐνδιαφέρον παρουσιάζει καί τό γεγονός ὅτι στά χρόνια τῆς
Ἑπτανήσου Πολιτείας, ὅπως καί στήν Βενετοκρατία, διαπιστώνουμε τόν τοπικό
χαρακτήρα τῆς ἐκλογῆς. Ἡ ἐκλογή δέν εἶναι ὑπόθεση τοῦ Πατριαρχείου, ἀλλά τῆς
ἐκκλησιαστικῆς κοινότητας τοῦ τόπου.
Πρίν βιαστοῦμε νά βγάλουμε ἄλλα συμπεράσματα,
χρειάζεται νά λάβουμε ὑπ᾽ ὄψιν τίς συνθῆκες τῆς ἐποχῆς. Ἄμεση δημοκρατία δέν
μποροῦσε νά ὑπάρξει πουθενά. Ὡστόσο ἡ Ἐκκλησία διασώζει μία μορφή ἀναγνώρισης
τῆς συμμετοχῆς ἑνός εὑρύτερου ἐκλεκτορικοῦ σώματος στήν ἐκλογή τῶν Ἐπισκόπων ἤ
τῶν Πρωτοπαπάδων, δείχνοντας ὅτι στόν δικό της χῶρο ὅσοι ὑφίστανται τίς
συνέπειες μιᾶς ἐκλογῆς, ἔχουν, ἔστω καί κατ᾽ ὀλίγον, μερίδιο σ᾽αὐτήν. Αὐτό δέν
συνεπάγεται ἀμφισβήτηση τοῦ σημερινοῦ τρόπου ἐκλογῆς τῶν Ἐπισκόπων ἀπό τήν Ἱερά
Σύνοδο. Διαφαίνεται ξεκάθαρα καί από τήν καταγραφή τῆς ἱστορίας τῆς Ἑκκλησίας
τῆς Κέρκυρας, τήν ὁποία κάνει ὁ συγγραφέας, ὅτι ὅλες οἱ έκλογές Μητροπολιτῶν
πού ἔγιναν ἀπό τήν Ἱερά Σύνοδο ἀνέδειξαν έξαιρετικούς Μητροπολίτες, οἱ ὁποῖοι
διαποίμαναν καί διαποιμαίνουν μέ φιλότιμο, ἀγάπη καί ἔμπνευση τόν κλῆρο καί τόν
λαό τοῦ Θεοῦ. Ἴσως ὅμως ἔχει ἔρθει ὁ καιρός στόν ὁποῖο κλῆρος καί λαός σέ μία
ἐπαρχία νά χρειάζεται νά ἔχουν περαιτέρω λόγο στά ἐκκλησιαστικά πράγματα καί
γιατί ὄχι στήν ἐκλογή τῶν Ἐπισκόπων.
2. Ὅλες
οἱ έκλογές τῶν Ἐπισκόπων μέχρι τήν ἐνσωμάτωση τῆς Ἑπτανήσου Ἐκκλησίας στήν
Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος προϋπέθεταν τήν παρουσία ἐκπροσώπου τῆς Μητρός Ἐκκλησίας,
τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου,εἴτε τοῦ Μητροπολίτου Ἰωαννίνων καί ἐξάρχου
Κερκύρας, ὅπως γιά λόγους ἱστορικούς ὁ τίτλος παραμένει μέχρι σήμερα, εἴτεκαί
ἐπισκόπων ἐκ τῶν ἄλλων ἑπτανησιακῶν Ἐκκλησιῶν, ἐνῶ ἡ κανονικότητα τῆς ἐκλογῆς
ἐλέγχονταν ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί ἀκολουθοῦσε ἡ ἔκδοση κανονικῶν
γραμμάτων. Αὐτό φαίνεται ιδιαίτερα στήν περίπτωση τῆς ἀκυρωθείσης έκλογῆς τοῦ
Πέτρου Βουλγάρεως, ὁ ὁποῖος εἶχε συγγενεῖς καί κληρονόμους καί μάλιστα υἱό καί
ἐγγόνια, μέ ἀποτέλεσμα τό Πατριαρχεῖο νά ἀκυρώσει τήν ἐκλογή “ἵνα μή ἡ
ἀρχιερατική προστασία καί πνευματική ἐπίσκεψις γίγνηται μεθ᾽ ἐπιμελείας πρός τά
σαρκικά τέκνα διά τήν αδιάσπαστον σχέσιν τῆς συγγενείας αὐτῶν, ἀλλά πρός πάντας
τούς εὐσεβεῖς καί ὀρθοδόξους χριστιανούς χωρίς τινός σωματικῆς σχέσεως καί
ταυτοπαθείας”. Ἡ Πατριαρχική αὐτή ἀπόφαση δείχνει τό ὅτι στήν Ἐκκλησία
ὑπάρχει μία ἐγγυημένη μέριμνα γιά τήν κανονικότητα, δηλαδή τήν ἐφαρμογή τῶν Ἱερῶν
Κανόνων, ὄχι μόνο σέ ζητήματα ἐκλογῆς ἐπισκόπων, ἀλλά καί σέ ὅ,τι ἀφορᾶ στήν
ἀκεραιότητα τῆς πίστεως καί στήν καθημερινή ζωή τῆς ἐκκλησιαστικῆς
πραγματικότητας, άκόμη κι ἄν εύκαιριακές πλειοψηφίες μπαίνουν στόν πειρασμό νά
προχωρήσουν σέ παρασπονδίες. Αὐτή ἡ ἐπιμέλεια, ἡ ἔγνοια εἶναι χρέος τῶν
ποιμένων κάθε ἐποχῆς.
3.
Ἐπιστολές ἀπό τήν Μονή Γρηγορίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἀπό τόν Μητροπολίτη Μολδαβίας
Βενιαμίν, τοῦ Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Ἀθανασίου τοῦ Ε᾽ γιά ἐκκλησιαστικά θέματα
πού ἔχουν νά κάνουν μέ κληρικούς πού άνήκουν στίς δικές τους δικαιοδοσίες, ὅπως
έπίσης καί πρακτικά έκλογῶν καί χειροτονιῶν Μητροπολιτῶν τῶν Μητροπόλεων
Κεφαλληνίας, Ζακύνθου, Λευκάδος καί Ἁγίας Μαύρας, τοῦ Ἐπισκόπου Παξῶν
Διονυσίου, τά ὁποῖα καταγράφονται στόν κώδικα τῆς Μητροπόλεως Κερκύρας,
δείχνουν τήν σημασία τῆς Μητροπόλεως Κερκύρας, τήν συνεργασία της μέ ἄλλες ἐκκλησιαστικές
ἀρχές καί τό γεγονός ὅτι στά Ἑπτάνησα, μέ τήν εὐλογία καί προτροπή τοῦ
Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ὑπῆρχε ἁμοιβαιότητα μεταξύ τῶν Μητροπόλεων. Ἡ
Κέρκυρα εἶχε πάντοτε ἐμβέλεια καί αὐτό διαφαίνεται καί στόν κώδικα.
4. Θά
ἢταν παράλειψη ἐάν δέν σχολιάζαμε τήν παρουσία ἐκπροσώπων τῆς Πολιτείας στήν
ἐκλογή τῶν Μητροπολιτῶν Κερκύρας, ἰδιαιτέρως κατ᾽ αὐτήν τοῦ Μητροπολίτου
Χρυσάνθου Μασέλου, στήν ὁποία παραβρέθηκαν ὁ Ὕπαρχος Κερκύρας Στάμος Γαγγάδης,
ὁ Πάρεδρος κόμης Ἰάκωβος Σορδίνας καί ὁ Δημόσιος Συνήγορος Ἰωάννης Γεννατᾶς.
Μάλιστα, ὁ ὕπαρχος ένημερώνει στίς 14 Αὐγούστου 1833 τούς εκλέκτορες ἱερεῖς ὅτι
ἀποτελοῦν τό ἐκλεκτορικό σῶμα στίς 31 Αὐγούστου στόν Μητροπολιτικό Ναό
τῆς Κέρκυρας Ὑπεραγίας Θεοτόκου Σπηλαιωτίσσης, ἐνῶ ὁ ἴδιος ὁ ὕπαρχος δίνει
ἐντολή νά ξεκινήσει ἡ διαδικασία καταμέτρησης τῶν ψήφων, στήν ὁποία
καταμέτρηση ἀνοίγει τούς «καδίσκους» ὁ πάρεδρος Ἰάκωβος Σορδίνας! Ἡ νόμῳ
κρατοῦσα πολιτεία, ἡ ὁποία μέχρι καί σήμερα ἐξακολουθεῖ νά ἐπικυρώνει τίς
ἀποφάσεις τῆς Ἐκκλησίας, ἰδίως τίς ἐκλογές τῶν Μητροπολιτῶν μέ προεδρικά
διατάγματα, δείχνει μία συναλληλία Ἐκκλησίας καί Πολιτείας, γνωστή ἀπό τά
χρόνια τοῦ Βυζαντίου, ἀλλά καί γεννᾶ προβληματισμούς στήν ὅλη συζήτηση
περί διαχωρισμοῦ Κράτους καί Ἐκκλησίας, τήν ὁποία εὐκαίρως- ἀκαίρως διάφορες
φωνές επαναφέρουν. Ὁ τρόπος ἐκλογῆς δείχνει τήν διακριτότητα τῶν ρόλων, ἀλλά
ἀποτυπώνει καί τήν ἐπιθυμία τόσο τῆς Πολιτείας, ὅσο καί τῆς Ἐκκλησίας οἱ δύο
παράγοντες νά μήν εἶναι μακριά.
Μάλιστα
ὁ ὕπαρχος Στάμος Γαγγάδης ἐκδίδει καί ἐγκύκλιο-δηλοποίηση πρός τούς κατοίκους
τῆς νήσου Κερκύρας ἐκ μέρους τῆς Ἰονίου Βουλῆς γιά τήν άναγνώριση τῆς έκλογῆς
τοῦ Μητροπολίτου Χρυσάνθου Μασέλου, προτρέποντας “τούς ἱερεῖς καί τούς ἐγκατοίκους
τῆς νήσου νά τόν ἀναγνωρίζουν καί ὁ Μητροπολίτης νά σέβεται, ὑπακούεται καί
τιμᾶται, χαιρόμενος ὅλας τάς ἰδιοτήτας καί ἀξίας τάς ἀνηκούσας εἰς τόν Ἀρχηγόν
τῆς Ἐκκλησίας, ἵνα συντηρῆται ἡ ἀξιοπρέπεια τοῦ κλήρου καί τό ἀπαραβίαστον τῶν
Νόμων καί τῶν Έκκλησιαστικῶν διαταγμάτων τῶν έκδιδομένων ἀπό τήν Ἑκκλησίαν καί
τήν Κυβέρνησιν, ἐντυπώνωντας ταυτοχρόνως είς τόν λαόν τό νά φυλάττῃ τάς έντολάς
τῆς θρησκείας, αἱ ὁποῖαι συντείνουν εἰς τήν συντήρησιν τῆς κοινῆς εὐταξίας καί
τῆς κοινωνικῆς εὐδαιμονίας καί χωρίς τῶν ὁποίων δέν ἀποκτᾶται ἡ θεία εὐλογία”. Τό
σκεπτικό αὐτό ἀποτελεῖ μία συνεχή ὑπενθύμιση στούς κρατικούς ἄρχοντες
κάθε ἐποχῆς τοῦ πῶς θά πρέπει νά βλέπουν τήν Ἐκκλησία καί τήν παρουσία της στήν
κοινωνία, ἀλλά καί ἀφορμή προβληματισμοῦ γιά μᾶς κατά πόσον πρέπει ἡ ἀποστολή
μας νά ἐξαντλεῖται στόν ρόλο τοῦ φύλακα τῆς κοινωνικῆς τάξεως καί
εὐδαιμονίας.
5.
Τέλος, ἐπισημαίνουμε τήν δημοσίευση τῆς δηλώσεως τῶν «συναδέλφων» τοῦ
Ἱεροῦ Ναοῦ Ὑπεραγίας Θεοτόκου Σπηλαιωτίσσης, οἱ ὁποῖοι 40 χρόνια μετά τήν
ἐπίσημη ἀπόφαση τῆς Γερουσίας τῆς Ἑπτανήσου Πολιτείας νά καθιερωθεῖ ὁ Ναός ὡς
καθεδρικός, καί μετά τήν ἐν πράξει λειτουργία του, ἔρχονται νά συναινέσουν καί
οἱ ἴδιοι στό τετελεσμένο. Ἤδη τό 1834 στόν ναό εἶχε γίνει ἡ εἰς ἐπίσκοπον
χειροτονία τοῦ Χρυσάνθου Μασέλου, ἀλλά οἱ συνάδελφοι δέν εἶχαν στέρξει νά
κάνουν ἀποδεκτή καί ἐπίσημα τήν ἀπόφαση τῆς Γερουσίας. Κάλλιο ἀργά παρά ποτέ
ἀπό τήν μία καί ἀπό τήν ἄλλη ἕνα ακόμη παράδειγμα τοῦ ἐναγκαλισμοῦ Ἐκκλησίας
καί Πολιτείας, στόν ὁποῖο τόν πρῶτο λόγο μᾶλλον ποτέ δέν εἶχε ἡ Ἐκκλησία!
Συγχαίρουμε
τόν συγγραφέα γιά τήν διατριβή του, ὅπως ἐπίσης καί τόν Σεβασμιώτατο
Μητροπολίτη μας κ. Νεκτάριο, ὁ ὁποῖος πῆρε τήν ἀπόφαση νά προχωρήσει ἡ Ἱερά
Μητρόπολη στήν ἔκδοσή της, δίδοντας τήν εὐκαιρία σέ ὅλους νά ἀντλήσουμε
πολύτιμο ὑλικό γιά τήν ἱστορία ὄχι μόνο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κέρκυρας, ἀλλά καί
τοῦ τόπου μας. Ἡ μνήμη ὅταν μένει ἄσβεστη, μᾶς δίνει πολλές ἀφορμές καί νά
διασώζουμε τήν ταυτότητά μας, άλλά καί νά προσθέτουμε στήν εὐχή γιά τόν
ἐπίσκοπο τόν ὀρθοτομοῦντα τόν λόγον τῆς άληθείας τοῦ Θεοῦ τό νά διασώζει καί τίς ἀλήθειες τῶν ἀνθρώπινων πραγμάτων,
ὅπως αὐτές καταγράφονται στά ἀδιάψευστα τεκμήρια τῆς Ἱστορίας!
π.
Θεμιστοκλῆς Μουρτζανός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου