«῎Εκλαιον δὲ πάντες καὶ ἐκόπτοντο αὐτήν. ῾Ο δὲ εἶπε· Μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει. Καὶ κατεγέλων αὐτοῦ, εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν» (Λουκ. 8, 52-53)
«῞Ολοι ἔκλαιγαν καὶ τὴ θρηνολογοῦσαν. ῾Ο ᾿Ιησοῦς ὅμως τοὺς εἶπε· ,,Μὴν κλαῖτε· δὲν πέθανε, ἀλλὰ κοιμᾶται’’. ᾿Εκεῖνοι τὸν περιγελοῦσαν, βέβαιοι πὼς εἶχε πεθάνει».
Η απαισιοδοξία είναι χαρακτηριστικό των περισσότερων χριστιανών, ιδίως όταν μεγαλώνουμε ηλικιακά. Έχουμε την αίσθηση ότι το κακό κυριαρχεί, ότι είμαστε λίγοι όσοι επιμένουμε στην πίστη, στην τήρηση των εντολών του Θεού, στον αγώνα της αγιότητας. Όταν μάλιστα βομβαρδιζόμαστε κυριολεκτικώς από ειδήσεις που μαρτυρούν ηθική σήψη, κακία, μίσος, όταν βλέπουμε πως η ανθρωπότητα μαστίζεται από βία και πόλεμο, όταν νοιώθουμε ότι η ελευθερία μας συμπνίγεται από υπαρκτούς και ανύπαρκτους κινδύνους, κυρίως από το ότι δεν μπορούμε να ερμηνεύσουμε τον κόσμο, όπως πορεύεται, όπως εξελίσσεται, όπως στηρίζεται στις μηχανές, στην εικόνα, στην πληροφορία, σε μια αίσθηση ότι όλα χρησιμοποιούνται για να βγει ο Θεός από τη ζωή μας, τότε η απαισιοδοξία μας αυξάνει και τα πάντα τα ερμηνεύουμε σε μια προοπτική μοναξιάς. Μέσα μας κυριαρχεί το ότι πρέπει να κρατηθούμε ζωντανοί και η απόρριψη του κόσμου, του οποίου όμως όλον τον τρόπο ζωής τον ζούμε και τον υιοθετούμε, διότι και μας αρέσει και δεν γίνεται αλλιώς, μοιάζει ψυχολογικά η αναπόφευκτη αντίδραση.
Δεν πέθανε όμως η πίστη στους καιρούς μας. Μπορεί να καθεύδει, να κοιμάται, για ένα μεγάλο μέρος ανθρώπων, ιδίως των νεώτερων, αλλά δεν πέθανε. Ο λόγος του Χριστού μπροστά στην νεκρή δωδεκάχρονη κόρη του αρχισυνάγωγου Ιάειρου, είναι συγκλονιστικός κι ας μην τον αντιλαμβάνονται εκείνοι που θεωρητικώς Τον περίμεναν, οι θρήσκοι της εποχής Του. Οι άνθρωποι, ο πολιτισμός, ο κόσμος μοιάζουμε νεκροί, αλλά κοιμόμαστε. Διότι πλαστήκαμε για να αναζητούμε τον Θεό και την αλήθεια, όμως τα μείγματα αυτού του κόσμου κάνουν θόρυβο και μας αφήνουν με το προφανές, αυτό που φαίνεται. Υπάρχει όμως η καρδιά. Υπάρχει αυτή η δίψα για νόημα που ξεφεύγει από το σήμερα, που, κατά βάθος, δεν αντέχει το κακό, που θέλει την αγάπη και την ανάσταση. Ας αφήσουμε τον Χριστό της Εκκλησίας και όχι αυτόν που φτιάχνουμε με τον νου μας, για να Τον κοροϊδέψουμε και να Τον απορρίψουμε, σαν άλλοι ορθολογιστές, όταν δεν μας δίνει αυτό που ζητάμε, να είναι παρών. Ας Τον εμπιστευθούμε. Ας σταθούμε στον κόσμο όχι με απαισιοδοξία και φόβο, αλλά με την προσευχή, με το άπλωμα και των δικών μας χεριών και τότε όσοι είναι γύρω μας, αργά ή γρήγορα, θα ξυπνήσουν από τον ύπνο. Ο Χριστός είναι η ανάσταση και η ζωή. Γι’ αυτό και δεν θα πάψουμε να χαιρόμαστε και να δοξάζουμε, όσο δύσκολος κι αν μοιάζει ο κόσμος.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
9 Νοεμβρίου 2025
Κυριακή Ζ’ Λουκά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου