Οι άνθρωποι είμαστε κοινωνικά και φιλοπερίεργα όντα. Μας ενδιαφέρει το περιβάλλον μας, ο κόσμος μας, οι ειδήσεις για τα όσα συμβαίνουν γύρω μας. Και είμαστε σε εγρήγορση, διότι θέλουμε να μην μας διαφύγει κάτι από την ζωή. Θέλουμε να έχουμε άποψη. Αυτός είναι και ο δρόμος και ο τρόπος του πολιτισμού μας. Από την μία οι πληροφορίες που είναι πάμπολλες και τις προσλαμβάνουμε διά του Διαδικτύου, αλλά και της τηλεόρασης. Από την άλλη η καταιγίδα της διαφήμισης και του καταναλωτικού πολιτισμού, που μας οδηγούν να θέλουμε να δοκιμάσουμε τι μας παρέχεται και ως εμπειρία και ως κτήμα και ως μέσο καταξίωσης στην κοινωνία με τους άλλους. Γιατί η εγρήγορση δεν έχει να κάνει μόνο με την παρατήρηση και την γνώση. Έχει να κάνει πρωτίστως με την εμπειρία της μετοχής σε ό,τι μας παρέχεται. Συνοδεύεται από την επιθυμία να μην υστερούμε. Να μην μένουμε στο χτες και στην μοναξιά, αλλά να προλαμβάνουμε το σήμερα, που για τον κόσμο μας είναι το παν.
Η Εκκλησία μας μιλά για μία άλλη εγρήγορση. “Νήφε εν πάσι” (Β᾽Τιμ. 4,5). “Να είσαι άγρυπνος σε όλα”, λέει ο απόστολος Παύλος στον μαθητή του Τιμόθεο. Μία προτροπή ισχυρή. Να είναι ο Τιμόθεος άγρυπνος σε όλα όσα συμβαίνουν στον κόσμο και απειλούν την παρουσία της πίστης και την αλήθειά της. “Έσται καιρός ότε οι άνθρωποι της υγιαινούσης διδασκαλίας ουκ ανέξονται, αλλά κατά τας επιθυμίας τας ιδίας εαυτοίς επισωρεύσουσι διδασκάλους κνηθόμενοι την ακοήν, και από μεν της αληθείας την ακοήν αποστρέψουσιν, επί δε τους μύθους εκτραπήσονται” (Β᾽ Τιμ. 4, 3-4). “Θα έρθει καιρός που οι άνθρωποι δεν θα ανέχονται την σωστή διδασκαλία, αλλά θα συγκεντρώνουν γύρω τους πλήθος από διδασκάλους που να ταιριάζουν με τις επιθυμίες τους, για ν᾽ ακούνε αυτά που τους αρέσουν, θα κλείνουν τ᾽ αυτιά τους στην αλήθεια και θα στρέφονται στα παραμύθια”.
Αυτός ο καιρός φαίνεται να υφίσταται ακόμη πιο έντονα στις μέρες μας. Παραδιδόμαστε οι άνθρωποι στο δόγμα του πολιτισμού μας που είναι η ικανοποίηση κάθε επιθυμίας, αδιάφορα αν αυτή αντιστρατεύεται το θέλημα του Θεού που είναι η αγάπη, αρκεί να αισθάνεται ευχαρίστηση το εγώ του ανθρώπου, σωματικά και ψυχικά. Και έχουμε αφήσει να δημιουργηθεί γύρω μας ένα πλέγμα ιδεών και διδασκαλιών οι οποίες αποθεώνουν αυτή την διδασκαλία: “να εκπληρώνουμε άμεσα και με κάθε κόστος τις επιθυμίες μας”. Και είναι ευχάριστη αυτή η διδαχή στ᾽ αυτιά μας. Και κλείνουμε οι άνθρωποι τ᾽ αυτιά μας στην αλήθεια που είναι ο Χριστός και στρεφόμαστε στα παραμύθια των καιρών μας: ότι θα ζούμε για πάντα, ότι ευτυχισμένοι είμαστε μόνο αν κάνουμε ό,τι θέλουμε κι αν έχουμε όποιον και όποια θέλουμε, ότι δεν υπάρχει αιωνιότητα, ότι τα πάντα είναι θέμα του μυαλού μας, κατασκευάσματά του, ότι δεν χρειάζεται να πιστεύουμε σε κανέναν θεό, αλλά μόνο στον εαυτό μας.
Η εγρήγορση λοιπόν της Εκκλησίας μας είναι η απάντηση σ᾽ αυτά και σε άλλα παραμύθια. Η εγρήγορση ξεκινά από την επίγνωση του κριτηρίου της πίστης στον Θεό, δηλαδή της εξέτασης των πάντων μέσα από αυτήν. Τι μας απομακρύνει από τον Θεό και τι μας φέρνει πιο κοντά σ᾽ Αυτόν είναι το ερώτημα στο οποίο η πίστη απαντά. Και η απάντηση κινείται σε τρία επίπεδα: το υπαρξιακό, το κοινωνικό, το εκκλησιαστικό. Κάθε συνάντηση, κάθε σχέση, κάθε πράξη άραγε αντανακλούν την δίψα της ύπαρξης για ζωή αιώνια κοντά στον Θεό; Για αλλιώτικη θέαση του χρόνου της ζωής μας; Για υπέρβαση του πνευματικού θανάτου που φέρνει η αυτονόμηση του θελήματός μας από το θέλημα του Θεού; Αλλά και σε κοινωνικό επίπεδο, στην σχέση με τον πλησίον, κάθε σκέψη, κάθε πράξη, κάθε σχέδιο, κάθε κίνηση και προτίμηση πόσο μπορούν να αντανακλούν την δίψα για μία αγάπη βαθιά και δοτική προς τον πλησίον; Από το χαμόγελο και την ευγένεια, μέχρι την κατανόηση και την συγχώρεση του άλλου, από την έγνοια της προσφοράς μέχρι την αλήθεια, όπως την κατανοούμε, έναντί του όλα αυτά είναι σημεία εγρήγορσης. Και βεβαίως η μετοχή μας στον εκκλησιαστικό τρόπο ζωής, αυτόν που ξεκινά από την αυτογνωσία, την αυτοκριτική και την αυτομεμψία και ολοκληρώνεται με την μετοχή στο μυστήριο της σχέσης με τον Χριστό, δηλαδή μιας αγάπης που δεν εξαντλείται στα όρια του ορθολογιστικού, αλλά αφήνεται στην εμπιστοσύνη σε έναν Θεό, που κάποτε δείχνει και να σιωπά.
Η εγρήγορση έχει ως κέντρο της τους λογισμούς μας, οι οποίοι εύκολα προσβάλλονται από τους μύθους του κόσμου, αλλά και από τις δικές μας αδυναμίες, τα δικά μας πάθη. Οι λογισμοί μας συχνά γίνονται υπηρέτες του δαιμονικού πνεύματος της αυτοθέωσης, το οποίο συνδυάζεται με την ταχύτητα με την οποία επιτίθεται στον νου μας. Προϋπόθεση της νήψης είναι η σχετική ησυχία, να μπορούμε να αφουγκραστούμε τον εαυτό μας, να προσευχηθούμε, να εφαρμόσουμε τα κριτήρια της πίστης σε κάθε σενάριο το οποίο ο εμπαθής λογισμός μας βάζει, για να μας χωρίσει από τον Θεό και τον πλησίον. Κατ᾽ αυτόν τον τρόπο και ο χρόνος μας νοηματοδοτείται αλλιώς. Γίνεται προσμονή και βίωση της εμπειρίας του Επιφανέντος Θεού, δηλαδή χαρά και αγάπη, ακόμη και στις δυσκολίες. Βεβαίως όλα αυτά δεν γίνονται μαγικά, ούτε άκοπα, ούτε χωρίς θυσίες. Ίσως η κυριότερη να είναι η απόφασή μας να μην ταυτιστούμε με το κοσμικό πνεύμα της άρνησης της αλήθειας, η οδός της απόρριψης διδασκαλιών αλλά και επιθυμιών που μας χωρίζουν υπαρξιακά, κοινωνικά και εκκλησιαστικά από τον Θεό και τον πλησίον.
Καθώς εισερχόμαστε στον νέο χρόνο ας προχωρήσουμε στην οδό της εγρήγορσης. Είναι και οδός αντίστασης στο παραμύθι του κόσμου ότι μπορούμε χωρίς Θεό, μπορούμε χωρίς κόπο, μπορούμε χωρίς αγάπη. Και η παρουσία του επιφανέντος Θεού θα μας ευλογεί και θα μας αγιάζει!
Κέρκυρα, 31 Δεκεμβρίου 2017
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου