Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως Οσίου Ιωάννου Δαμασκηνού (52)
Ἀπόδοση στην νέα ἑλληνική:
Ἀρχιμανδρίτης Δωρόθεος Πάπαρης
ἀνάγονται αἱ τοῦ Κυρίου φύσεις ἢ ὑπὸ τὸ διωρισμένον.
Γι’ αυτούς που ρωτούν· οι φύσεις του Κυρίου υπάγονται στο αδιάσπαστο ποσό ή στο διαχωρισμένο;
Αν κανείς ρωτά για τις φύσεις του Κυρίου, αν υπάγονται στο αδιάσπαστο ποσόν ή στο διαχωρισμένο, θα απαντήσουμε ότι οι φύσεις του Κυρίου δεν είναι ούτε ένα σώμα ούτε μία επιφάνεια ούτε μία γραμμή, ούτε χρόνος ούτε τόπος, για ν’ αποδοθούν στο αδιάσπαστο ποσό· διότι αυτά είναι εκείνα που αριθμούνται σε συνέχεια.
Πρέπει μάλιστα να γνωρίζουμε ότι η αρίθμηση χαρακτηρίζει αυτά που διαφέρουν και είναι αδύνατο ν’ αριθμηθούν αυτά που δεν διαφέρουν καθόλου· σ’ αυτό που διαφέρουν, σ’ αυτό και αριθμούνται· όπως ο Πέτρος και ο Παύλος δεν αριθμούνται σ’ αυτό που είναι ενωμένοι· επειδή, δηλαδή, είναι ενωμένοι εξαιτίας της ουσίας τους, δεν μπορεί να λέγονται δύο φύσεις, ενώ διαφέρουν στην υπόσταση και λέγονται δύο υποστάσεις. Επομένως, η αρίθμηση είναι χαρακτηριστικό αυτών που διαφέρουν· και με όποιο τρόπο διαφέρουν, μ’ αυτόν και αριθμούνται.
Οι φύσεις του Χριστού είναι βέβαια ενωμένες υποστατικά χωρίς να συγχέονται, αλλά διαιρούνται και αδιαίρετα χάρη στην αιτία και τον τρόπο της διαφοράς. Και χάρη στον τρόπο με τον οποίο είναι ενωμένες, δεν αριθμούνται· διότι δεν λέμε ότι οι φύσεις του Χριστού είναι δύο υποστάσεις. Με τον τρόπο πάλι που αδιαίρετα διαιρούνται, αριθμούνται· διότι δύο είναι οι φύσεις του Χριστού χάρη στην αιτία και τον τρόπο της διαφοράς. Επειδή είναι ενωμένες στην υπόσταση και αλληλοπεριχωρούνται, είναι ενωμένες ασύγχυτα, διατηρώντας η καθεμία τη δική της φυσική διαφορά. Επειδή, λοιπόν, αριθμούνται με τον τρόπο μόνον της διαφοράς, θα υπαχθούν στο διαχωρισμένο ποσό.
Ένας, λοιπόν, είναι ο Χριστός, τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, τον οποίο προσκυνούμε μαζί με τον Πατέρα και το Πνεύμα σε μία προσκύνηση, μαζί με την αμόλυντη σάρκα του· δεν θεωρούμε ότι η σάρκα του δεν προσκυνείται –διότι την προσκυνούμε στη μία υπόσταση του Λόγου, η οποία για χάρη της έγινε υπόσταση–· ούτε πάλι λατρεύουμε την κτίση (είδωλα) –διότι δεν την προσκυνούμε σαν απλή σάρκα, αλλά ενωμένη με τη θεότητα και επειδή οι δύο φύσεις αναφέρονται σε ένα πρόσωπο και μία υπόσταση του Θεού Λόγου. Φοβάμαι να πιάσω το κάρβουνο, διότι έγινε ένα με το
αναμμένο ξύλο. (Παρόμοια) προσκυνώ και τις δύο φύσεις του Χριστού χάρη στη θεότητα που ενώθηκε με τη σάρκα. Διότι δεν προσθέτω τέταρτο πρόσωπο στην Αγία Τριάδα –αλίμονο!–, αλλά ομολογώ ένα πρόσωπο του Θεού Λόγου με την ανθρώπινη φύση του. Η Τριάδα παρέμεινε Τριάδα και μετά τη σάρκωση του Λόγου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 52. Πρὸς τοὺς λέγοντας· ὑπὸ τὸ συνεχὲς ποσὸν ἀνάγονται αἱ τοῦ Κυρίου φύσεις ἢ ὑπὸ τὸ διωρισμένον.
Εἰ δέ τις ἐρωτῶν περὶ τῶν τοῦ Κυρίου φύσεων, εἰ ὑπὸ τὸ συνεχὲς ποσὸν ἀνάγονται ἢ ὑπὸ τὸ διωρισμένον, ἐροῦμεν, ὅτι αἱ τοῦ Κυρίου φύσεις οὔτε ἓν σῶμά εἰσιν οὔτε μία ἐπιφάνεια οὔτε μία γραμμή, οὐ χρόνος, οὐ τόπος, ἵνα ὑπὸ τὸ συνεχὲς ἀναχθῶσι ποσόν· ταῦτα γάρ εἰσι τὰ συνεχῶς ἀριθμούμενα.
Ἰστέον δέ, ὡς ὁ ἀριθμὸς τῶν διαφερόντων ἐστὶ καὶ ἀδύνατον ἀριθμεῖσθαι τὰ κατὰ μηδὲν διαφέροντα, καθ᾿ ὃ δὲ διαφέρουσι, κατὰ τοῦτο καὶ ἀριθμοῦνται· οἷον ὁ Πέτρος καὶ ὁ Παῦλος, καθ᾿ ὃ μὲν ἥνωνται, οὐκ ἀριθμοῦνται· τῷ λόγῳ γὰρ τῆς οὐσίας ἑνούμενοι δύο φύσεις οὐ δύνανται λέγεσθαι, καθ᾿ ὑπόστασιν δὲ διαφέροντες δύο ὑποστάσεις λέγονται. Ὥστε ὁ ἀριθμὸς τῶν διαφερόντων ἐστί, καὶ ᾧ τρόπῳ διαφέρουσι τὰ διαφέροντα, τούτῳ τῷ τρόπῳ καὶ ἀριθμοῦνται.
Ἥνωνται μὲν αἱ τοῦ Χριστοῦ φύσεις ἀσυγχύτως καθ᾿ ὑπόστασιν, διῄρηνται δὲ ἀδιαιρέτως λόγῳ καὶ τρόπῳ τῆς διαφορᾶς. Καὶ ᾧ μὲν τρόπῳ ἥνωνται, οὐκ ἀριθμοῦνται· οὐ γὰρ καθ᾿ ὑπόστασιν δύο εἶναί
φαμεν τὰς φύσεις τοῦ Χριστοῦ· ᾧ δὲ τρόπῳ ἀδιαιρέτως διῄρηνται, ἀριθμοῦνται· δύο γάρ εἰσιν αἱ φύσεις τοῦ Χριστοῦ λόγῳ καὶ τρόπῳ τῆς διαφορᾶς. Ἡνωμέναι γὰρ καθ᾿ ὑπόστασιν καὶ τὴν ἐν ἀλλήλαις περιχώρησιν ἔχουσαι ἀσυγχύτως ἥνωνται, τὴν οἰκείαν ἑκάστη φυσικὴν διαφορὰν διασῴζουσα. Τῷ τρόπῳ τοιγαροῦν τῆς διαφορᾶς καὶ μόνῳ ἀριθμούμεναι ὑπὸ τὸ διωρισμένον ποσὸν ἀναχθήσονται.
Εἷς τοίνυν ἐστὶν ὁ Χριστός, Θεὸς τέλειος καὶ ἄνθρωπος τέλειος, ὃν προσκυνοῦμεν σὺν Πατρὶ καὶ Πνεύματι μιᾷ προσκυνήσει μετὰ τῆς ἀχράντου σαρκὸς αὐτοῦ οὐκ ἀπροσκύνητον τὴν σάρκα λέγοντες
–προσκυνεῖται γὰρ ἐν τῇ μιᾷ τοῦ Λόγου ὑποστάσει, ἥτις αὐτῇ ὑπόστασις γέγονεν–, οὐ τῇ κτίσει λατρεύοντες –οὐ γὰρ ὡς ψιλήν σάρκα προσκυνοῦμεν ἀλλ᾿ ὡς ἡνωμένην θεότητα καὶ ὡς εἰς ἓν πρόσωπον καὶ μίαν ὑπόστασιν τοῦ Θεοῦ Λόγου τῶν δύο αὐτοῦ ἀναγομένων φύσεων. Δέδοικα τοῦ ἄνθρακος ἅψασθαι διὰ τὸ τῷ ξύλῳ συνημμένον πῦρ. Προσκυνῶ τοῦ Χριστοῦ τὸ συναμφότερον διὰ τὴν τῇ σαρκὶ ἡνωμένην θεότητα. Οὐ γὰρ τέταρτον παρεντίθημι πρόσωπον ἐν τῇ Τριάδι –μὴ γένοιτο–, ἀλλ᾿ ἓν πρόσωπον ὁμολογῶ τοῦ Θεοῦ Λόγου καὶ τῆς σαρκὸς αὐτοῦ· Τριὰς γὰρ ἔμεινεν ἡ Τριὰς καὶ μετὰ τὴν τοῦ Λόγου σάρκωσιν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου