Η ψυχή μετά θάνατον
Serafeim Rose
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Η σύγχρονη εμπειρία της όρασης του «Παραδείσου»
Ο Δρ. Μούντυ παρατηρεί στο Life After Life ότι τα άτομα από τα οποία πήρε συνέντευξη δε φαίνεται να έχουν βιώσει τίποτε σχετικό με «τις παραδοσιακές δοξασίες για τη μετά θάνατον ζωή», και μάλιστα συνήθως δυσπιστούν στη συνηθισμένη άποψη για τον παράδεισο και την κόλαση και στο όλο μοντέλο «επιβράβευση – τιμωρία στην άλλη ζωή».Στο Reflections on Life After Life, ο συγγραφέας δηλώνει ότι οι μεταγενέστερες συνεντεύξεις που πήρε πράγματι αποκαλύπτουν την ευρεία ύπαρξη μεταθανάτιων εμπειριών που αφορούν κάποια «άλλα βασίλεια ύπαρξης που θα μπορούσαν κάλλιστα να αποκαλεστούν «ουράνια». Κάποιος άνδρας βρέθηκε σε «μία εξοχή όπου υπήρχαν ρυάκια, γρασίδι, δέντρα και βουνά», επίσης, μία γυναίκα βρέθηκε σε ένα παρόμοιο «όμορφο μέρος», και περιέγραψε πως «πέρα μακριά… είδα μία πόλη. Αυτή η πόλη είχε κτίρια, ξεχωριστά κτίρια. Ήταν λαμπερά, αστραφτερά, ξεχωριστά μεταξύ τους.Οι άνθρωποι εκεί ήταν ευτυχισμένοι. Υπήρχαν κρυστάλλινα νερά, σιντριβάνια… νομίζω ότι θα μπορούσε να την πεί κανείς μία πόλη φωτός».Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύπτουν μερικά από τα υπόλοιπα καινούρια βιβλία, αυτή είναι μία μάλλον συνηθισμένη εμπειρία. Οι Προτεστάντες συγγραφείς του βιβλίου που αναφέραμε στο προηγούμενο κεφάλαιο πιστεύουν ότι πρόκειται – τουλάχιστον όταν οι περιγραφόμενες εικόνες είναι καθαρά Βιβλικές- για Χριστιανική εμπειρία η οποία πρέπει να διαχωρίζεται σαφώς από το μεγαλύτερο μέρος των άλλων «μεταθανάτιων» εμπειριών, τις οποίες θεωρούν ως δαιμονικές πλάνες.
«Οι άπιστοι φαίνεται πως βιώνουν εμπειρίες βασισμένες σε λανθασμένες διδασκαλίες, εκείνες που στη Βίβλο αποδίδονται συγκεκριμένα στο Σατανά, οι πιστοί βιώνουν δογματικώς ορθές εμπειρίες, οι οποίες θα μπορούσαν να προέρχονται κατευθείαν από τη Γραφή». Ισχύει όντως αυτό ή υπάρχει πραγματικά πολύ μεγαλύτερη εγγύτητα μεταξύ εμπειριών πιστών και απίστων απ’ ότι φαντάζονται οι συγκεκριμένοι συγγραφείς;
Η εμπειρία αυτή που παρατίθεται ως αυθεντικά «Χριστιανική» είναι αυτή της Μπέτυ Μάλτς, η οποία έχει δημοσιεύσει ένα βιβλίο όπου περιγράφει την 28λεπτη «εξωσωματική» της εμπειρία ενώ ήταν «κλινικά νεκρή». Η Μάλτς γράφει: «Μετά το θάνατό μου βρέθηκα αμέσως να ανεβαίνω έναν όμορφο πράσινο λόφο… βάδιζα πάνω σε γρασίδι, είχε την πιο ζωντανή απόχρωση πράσινου που είχα δεί ποτέ». Συνοδευόταν από μία άλλη φιγούρα που βάδιζε δίπλα της, «μία ψηλή φιγούρα, που θύμιζε άνδρα και φορούσε μακρύ χιτώνα. Αναρωτήθηκα αν ήταν άγγελος… Καθώς περπατούσαμε μαζί δεν έβλεπα κανέναν ήλιο – υπήρχε όμως παντού φώς. Αριστερά μας, σε απόσταση, άνθιζαν πολύχρωμα λουλούδια. Υπήρχαν επίσης θάμνοι και δέντρα … και ξαφνικά αντικρίσαμε ένα υπέροχο ασημένιο οικοδόμημα. Θύμιζε παλάτι, αλλά δεν είχε πύργους. Καθώς πλησιάζαμε προς αυτό, άκουσα φωνές. Ήταν μελωδικές, αρμονικές και έψαλλαν εν χορώ, άκουσα τη λέξη «Ιησούς»… Ο άγγελος προχώρησε μπροστά και έβαλε την παλάμη του χεριού του πάνω σε μία πύλη που δεν είχα παρατηρήσει προηγουμένως. Γύρω στα τέσσερα μέτρα ύψος, η πύλη ήταν ένα συμπαγές φύλλο από μαργαριτάρι». Όταν άνοιξε, «μέσα είδα κάτι σαν δρόμο που είχε χρυσό χρώμα με ένα επίστρωμα από γυαλί ή νερό. Το κίτρινο φως που εκπεμπόνταν ήταν εκτυφλωτικό. Δεν υπάρχει τρόπος να το περιγράψω. Δεν είδα κάποια φιγούρα, όμως είχα αίσθηση της παρουσίας ενός Προσώπου. Ξαφνικά ήξερα ότι το φως ήταν ο Ιησούς». Όταν την κάλεσαν να περάσει την πύλη, θυμήθηκε τον πατέρα της που προσευχόταν για εκείνη, ύστερα οι πύλες έκλεισαν, και επέστρεψε στο λόφο, παρατηρώντας τον ήλιο να ανατέλλει πάνω από το στολισμένο με πολύτιμους λίθους τοίχο, ο ήλιος αυτός σύντομα ταυτίστηκε με τον ήλιο που ανάτελλε πάνω από την πόλη Τερ Ωτ, στο νοσοκομείο όπου βρισκόταν όταν επέστρεψε στο σώμα της, γεγονός που κοινώς αναγνωρίστηκε ως θαύμα.
Είναι άραγε αυτή η εμπειρία πραγματικά διαφορετική στο είδος της από τις περισσότερες ανάλογες εμπειρίες που αναφέρει ο Δρ. Μούντυ; Πρόκειται όντως για ένα χριστιανικό όραμα του παραδείσου; Σημειώνουμε ότι η κα Μάλτς είναι Προτεστάντισσα στο θρήσκευμα, και η πίστη της ενδυναμώθηκε από αυτήν την εμπειρία. Ο Ορθόδοξος Χριστιανός αναγνώστης δεν είναι, φυσικά, τόσο πεπεισμένος για την αυθεντικότητα της εμπειρίας της όσο είναι οι Προτεστάντες συγγραφείς που αναφέραμε πιο πάνω. Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε γνώση που μπορεί να διαθέτουμε για το πώς η ψυχή προσεγγίζει τον ουρανό μετά το θάνατο, και το τι υφίσταται μέχρι να καταλήξει εκεί – αυτά θα τα συζητήσουμε αργότερα – αυτή η εμπειρία δε μας φαίνεται πραγματικά τόσο πολύ διαφορετική από τις «κοσμικές» μεταθανάτιες εμπειρίες τις οποίες έχουμε αναφέρει και που τόσο συζητιούνται στις μέρες μας. Εκτός από τη «Χριστιανική» απόχρωση που είναι φυσικό να προσδίδει στη συγκεκριμένη εμπειρία του Ιησού – υπάρχουν αρκετά κοινά στοιχεία με τις «κοσμικές» εμπειρίες: τα αισθήματα ανακούφισης και γαλήνης τα οποία περιγράφει ως εντελώς αντίθετα με αυτά που της δημιουργούσε επί μήνες η επώδυνη ασθένειά της, το «φωτεινό όν» το οποίο και άλλοι άνθρωποι ταυτίζουν με τον «Ιησού», η πρόσβαση σε κάποιο είδος διαφορετικού κόσμου, ο οποίος κείται πίσω από κάποιο είδος διαφορετικού κόσμου, ο οποίος κείται πίσω από κάποιο είδος «συνόρου», και είναι, τέλος, λίγο παράξενο το ότι έβλεπε τον ήλιο του δικού μας κόσμου να ανατέλλει πάνω από τους τοίχους με τους πολύτιμους λίθους, εάν πράγματι αυτό ήταν ο παράδεισος.
Πώς πρέπει λοιπόν να ερμηνεύσουμε την εμπειρία της;
Σε μερικά από τα άλλα καινούρια βιβλία αναφέρεται ένας αριθμός παρόμοιων εμπειριών, η σύντομη εξέταση των οποίων θα μας δώσει μία πιο σαφή εικόνα για το τι πράγματι συμβαίνει.
Ένα βιβλίο που έχει εκδοθεί πρόσφατα περιέχει μία συλλογή από «Χριστιανικές» εμπειρίες ανθρώπων, κυρίως Προτεσταντών, οι οποίοι είτε βρίσκονταν στο κατώφλι του θανάτου είτε είχαν θεωρηθεί κλινικώς νεκροί. Στο βιβλίο αυτό περιγράφεται η εμπειρία μίας γυναίκας η οποία «πέθανε», ελευθερώθηκε από το σώμα της και έφτασε σε έναν τόπο με λαμπρό φώς κοιτάζοντας μέσα από ένα «επουράνιο παράθυρο». «Αυτό που είδα εκεί έκανε κάθε γήινη χαρά να ωχριά από ασημαντότητα. Λαχταρούσα να ενωθώ με το ευτυχισμένο πλήθος των παιδιών που τραγουδούσαν και χοροπηδούσαν στον κήπο με τις μηλιές… Πάνω στα δέντρα υπήρχαν ευωδιαστά άνθη μαζί με ώριμους κόκκινους καρπούς. Καθώς καθόμουν εκεί ρουφώντας την ομορφιά, σταδιακά άρχισα να αντιλαμβάνομαι την ύπαρξη μίας Παρουσίας, μίας Παρουσίας που εξέπεμπε χαρά, αρμονία και ευσπλαχνία. Η καρδιά μου ποθούσε να γίνει ένα κομμάτι αυτής της ομορφιάς». Κατόπιν η γυναίκα αυτή επέστρεψε στο σώμα της, αφού είχε «πεθάνει», για δεκαπέντε λεπτά, «την υπόλοιπη εκείνη μέρα, καθώς και την επόμενη, αυτός ο άλλος κόσμος ήταν πολύ πιο πραγματικός για μένα απ’ ότι ο κόσμος στον οποίο είχα γυρίσει». Η εμπειρία που μόλις αναφέραμε προκάλεσε στη γυναίκα μία φαινομενικά «πνευματική» χαρά εφάμιλλη με αυτήν της κας Μάλτς, και επιπλέον έδωσε μία νέα θρησκευτική διάσταση στη μετέπειτα ζωή της, όμως η εικόνα του «παραδείσου» στη μία περίπτωση είναι τελείως διαφορετική απ’ ότι στην άλλη.
Μία έντονη «μεταθανάτια» εμπειρία είχε ένας γιατρός από την πολιτεία Βιρτζίνια των Ηνωμένων Πολιτειών, ο Δρ. Τζώρτζ Ρίτσι. Μία σύντομη περίληψη της δημοσιεύτηκε στο Guideposts Magazine το 1963, και μία εκτενέστερη απόδοση κυκλοφόρησε με τη μορφή βιβλίου. Ο νεαρός Τζώρτζ Ρίτσι αφηγείται ότι μετά από μία μακρά απροσδόκητη διαδικασία κατά την οποία χωρίσθηκε από το σώμα του, το οποίο είχε επισήμως χαρακτηρισθεί «νεκρό», επέστρεψε στο μικρό δωμάτιο όπου κειτόταν το σώμα του, και μόνο τότε συνειδητοποίησε ότι ήταν «νεκρός», ενώ αμέσως μετά ένα πολύ δυνατό φώς πλημμύρισε το δωμάτιο, ένα φώς που ο Ρίτσι αισθάνθηκε πως ήταν ο Χριστός, «μία παρουσία τόσο παρηγορητική, τόσο χαρούμενη και απόλυτα καθησυχαστική, που ήθελα να χαθώ για πάντα μέσα στο θαύμα της». Αφού είδε σε αστραπιαία αναδρομή τα περασμένα γεγονότα της ζωής του, και ρωτήθηκα: «Τι έκανες με το χρόνο που σου δόθηκε πάνω στη γή;», είδε κατόπιν τρία οράματα. Τα δυό πρώτα φαίνονταν να προέρχονται από «έναν πολύ διαφορετικό κόσμο που κατελάμβανε τον ίδιο χώρο όπως η γή», αλλά παρουσίαζε και πολλές γήινες εικόνες, όπως δρόμους και εξοχές, πανεπιστήμια, βιβλιοθήκες, εργαστήρια. «Τον κόσμο του τρίτου οράματος τον είδα μόνο φευγαλέα. Φαινόταν ότι δεν είμαστε πιά στη γή, αλλά απέραντα μακριά της, δεν είχαμε καμιά σχέση με αυτήν. Και εκεί, πάλι πολύ μακριά μου, είδα μία πόλη - αλλά μία πόλη, αν κανείς μπορεί να διανοηθεί, χτισμένη από φώς… οι τοίχοι, τα σπίτια, οι δρόμοι της έμοιαζαν να εκπέμπουν φώς, ενώ ανάμεσά τους κινούνταν όντα τόσο εκτυφλωτικά λαμπρά όπως Εκείνος που στεκόταν δίπλα μου. Ήταν ένα όραμα που κράτησε μόνο για μία στιγμή, αφού αμέσως μετά οι τοίχοι του μικρού δωματίου έκλεισαν γύρω μου, το εκτυφλωτικό φώς σιγά – σιγά έσβησε, και ένας περίεργος ύπνος με κυρίευσε». Πριν από την εμπειρία του, ο Ρίτσι δεν είχε ποτέ διαβάσει τίποτε σχετικό με τη «μετά θάνατον» ζωή, μετά την εμπειρία του όμως, έγινε ένα πολύ δραστήριο μέλος της Προτεσταντικής Εκκλησίας.
Η παραπάνω εντυπωσιακή εμπειρία συνέβη το 1943, και όπως φαίνεται, τέτοιες εμπειρίες είναι κάθε άλλο παρά μεμονωμένες στο σύνολο των εμπειριών «ανάνηψης» που καταγράφονται τα τελευταία χρόνια. Ο Προτεστάντης πάστορας Νόρμαν Βίνσεντ Πήλ καταγράφει στο βιβλίο του παρόμοιες εμπειρίες με το εξής σχόλιο: «Παραίσθηση, όνειρο, όραμα – δεν πιστεύω ότι είναι τίποτε απ’ αυτά. Έχω περάσει τόσα πολλά χρόνια κουβεντιάζοντας με ανθρώπους που έφτασαν στο χείλος του «κάτι» και έριξαν μια ματιά πέρα απ’ αυτό, ανθρώπους που ομόφωνα αναφέρουν ότι ένιωσαν ομορφιά, φώς και γαλήνη, ώστε εγώ ο ίδιος δεν έχω καμιά σχετική αμφιβολία. Το Voices from the Edge of Eternity χρησιμοποιεί πολυάριθμα παραδείγματα από τρείς ανθολογίες του 19ου αιώνα που έχουν συγκεντρώσει εμπειρίες στο κατώφλι του θανάτου, παρότι κανένα από τα παραδείγματά του δεν είναι τόσο λεπτομερές όσο μερικές από τις πιο πρόσφατες μαρτυρίες, προσφέρουν εν τούτοις άφθονες αποδείξεις ότι η όραση υπερκόσμιων σκηνών και οπτασιών αποτελεί αρκετά κοινή εμπειρία μεταξύ των ετοιμοθάνατων. Στη διάρκεια τέτοιων εμπειριών, αυτοί που πιστεύουν στο Χριστό και είναι προετοιμασμένοι για το θάνατο νιώθουν γαλήνη και χαρά, βλέπουν φώς, αγγέλους, τον παράδεισο, ενώ οι άπιστοι στην πιο παραδοσιακή Αμερική του 19ου αιώνα συχνά βλέπουν δαίμονες και κόλαση.Έχοντας αποδείξει την αδιαμφισβήτητη ύπαρξη αυτών των οραμάτων, καλούμαστε τώρα να θέσουμε το ερώτημα: Ποια είναι η φύση τους; Είναι η θέαση του παραδείσου πράγματι τόσο κοινή μεταξύ αυτών, που ενώ νομίζουν ότι πεθαίνουν ως χριστιανοί, βρίσκονται ωστόσο εκτός της Εκκλησίας του Χριστού, δηλαδή της Ορθόδοξης Εκκλησίας;
Προκειμένου να προσδιορίσουμε τη φύση και την αξία τέτοιων εμπειριών, θα ξεκινήσουμε με την ίδια προσέγγιση που εφαρμόσαμε και στο θέμα της «συνάντησης με άλλους». Θα εξετάσουμε τις εμπειρίες που έχουν οι μη Χριστιανοί κατά την ώρα του θανάτου για να δούμε εάν είναι φανερά διαφορετικές από αυτές των καθ’ ομολογίαν Χριστιανών. Εάν και οι μη Χριστιανοί βλέπουν συνήθως τον «παράδεισο» κατά την ώρα του θανάτου ή μετά το «θάνατο», τότε θα πρέπει να κατανοήσουμε αυτήν την εμπειρία ως κάτι φυσικό που είναι δυνατό να συμβεί στον καθένα, και όχι ως κάτι συγκεκριμένα Χριστιανικό. Το βιβλίο των Δρων Οσις και Χάραλντσον προσφέρει πολλά αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα.Οι δύο ερευνητές αναφέρουν περίπου 75 περιπτώσεις «οραμάτων ενός άλλου κόσμου» που τα είδαν άνθρωποι οι οποίοι πέθαιναν. Μερικοί περιγράφουν απίστευτης ομορφιάς κήπους και λιβάδια, άλλοι βλέπουν πύλες να ανοίγονται οδηγώντας σε μία όμορφη εξοχή ή μία πόλη, πολλοί ακούν υπερκόσμια μουσική. Συχνά κάποιες μάλλον εγκόσμιες εικόνες αναμειγνύονται με τα παραπάνω, όπως στην περίπτωση της Αμερικανίδας που πήγε με ταξί σε έναν όμορφο κήπο, ή της Ινδής που πήγε στο δικό της «παράδεισο» πάνω σε μία αγελάδα, ή του Νεοϋορκέζου που βρέθηκε μέσα σε ένα καταπράσινο λιβάδι, με την ψυχή του πλημμυρισμένη από «αγάπη και ευτυχία» και έβλεπε σε απόσταση του Μανχάταν και ένα λούνα πάρκ.
Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι στη μελέτη των Οσις και Χάραλντσον οι ινδουιστές βλέπουν τον «παράδεισο» τόσο συχνά όσο και οι χριστιανοί, και ενώ οι Χριστιανοί συχνά βλέπουν «αγγέλους» και τον «Ιησού», οι ινδουιστές εξίσου συχνά βλέπουν ινδουιστικούς ναούς και θεούς. Ακόμα πιο αξιοσημείωτο είναι ότι η θρησκευτική αφοσίωση ή η συμμετοχή σε θρησκευτικές δραστηριότητες φαίνεται να μην έχει καμιά απολύτως επίδραση όσον αφορά την ικανότητα τους να βλέπουν υπερκόσμια οράματα, «βαθιά θρησκευόμενοι ασθενείς βλέπουν κήπους, πύλες και τον παράδεισο τόσο συχνά, όσο κι εκείνοι που είναι λιγότερο ή και καθόλου θρησκευόμενοι. Μάλιστα, ένα μέλος του Ινδικού Κομμουνιστικού Κόμματος, αθεϊστής και υλιστής, μεταφέρθηκε ενώ πέθαινε σε «ένα πανέμορφο μέρος, όχι του κόσμου τούτου…». Στο βάθος άκουγε μουσική και κάποια τραγούδια. Όταν συνειδητοποίησε ότι ζούσε ακόμα, στενοχωρήθηκε που ήταν ανάγκη να αφήσει αυτό το πανέμορφο μέρος. Κάποιος άλλος άνθρωπος είχε αποπειραθεί να αυτοκτονήσει και ενώ πέθαινε είπε τα ακόλουθα: «Βρίσκομαι στον παράδεισο. Υπάρχουν τόσα σπίτια γύρω μου, τόσοι δρόμοι με μεγάλα δέντρα που έχουν γλυκούς καρπούς και πουλάκια που τραγουδούν στις φυλλωσιές τους». Οι περισσότεροι από αυτούς που βιώνουν τέτοιες εμπειρίες διακατέχονται από αισθήματα χαράς, γαλήνης, ηρεμίας και αποδοχής του θανάτου, ελάχιστοι είναι αυτοί που επιθυμούν να επιστρέψουν στη γήινη ζωή.
Είναι λοιπόν φανερό ότι πρέπει να είμαστε εξαιρετικά προσεκτικοί όταν ερμηνεύουμε τα «οράματα παραδείσου» που βλέπουν οι ετοιμοθάνατοι ή οι «νεκροί». Όπως και προηγουμένως στο 2ο κεφάλαιο, όταν εξετάζαμε τη «συνάντηση με άλλους» έτσι και τώρα έχουμε καθήκον να κάνουμε μία σαφή διάκριση ανάμεσα στα γνήσια υπερκόσμια οράματα, που είναι δωρεά της Θείας Χάριτος από την απλώς και μόνο φυσική εμπειρία η οποία, ακόμα κι αν ξεφεύγει από τα συνήθη ανθρώπινα όρια, δεν είναι ούτε στο ελάχιστο «πνευματική» και δε μας λέει τίποτα απολύτως για την αληθινή πραγματικότητα είτε του παραδείσου είτε της κόλασης έτσι όπως παρουσιάζονται στην αυθεντική χριστιανική διδασκαλία.Και τώρα βρισκόμαστε μπροστά στο πιο σημαντικό μέρος της έρευνας μας για τις εμπειρίες στο κατώφλι του θανάτου και τις «μεταθανάτιες» εμπειρίες: πρώτον, την εκτίμηση και αξιολόγησή τους με κριτήριο την αυθεντική Χριστιανική διδασκαλία και εμπειρία γύρω από τη μετά θάνατον ζωή, και δεύτερον, τον προσδιορισμό της σημασίας τους καθώς και της σπουδαιότητάς τους για τη σημερινή εποχή. Ήδη όμως έχουμε τη δυνατότητα, στο σημείο αυτό, να προβούμε σε μία προκαταρκτική εκτίμηση της «εμπειρίας παραδείσου» που τόσο συχνά αναφέρεται σήμερα, οι περισσότερες από αυτές τις εμπειρίες, ίσως μάλιστα και όλες, έχουν ελάχιστα κοινά στοιχεία με τη Χριστιανική εμπειρία παραδείσου. Τα οράματα αυτά δεν είναι πνευματικά αλλά του κόσμου τούτου. Είναι τόσο σύντομα, τόσο ευπρόσιτα, τόσο κοινά, τόσο γήινα στις εικόνες που περιγράφουν, που είναι αδύνατο να συγκριθούν σοβαρά με τα αληθινά Χριστιανικά οράματα παραδείσου τα οποία έχουν εκδηλωθεί κατά το παρελθόν και μερικά από τα οποία θα περιγράψουμε παρακάτω. Ακόμα και το πιο «πνευματικό» στοιχείο που ενυπάρχει σε μερικά από αυτά – η αίσθηση της «παρουσίας» του Χριστού- μας πείθει πιο πολύ για την πνευματική ανωριμότητα εκείνων που βλέπουν τα οράματα, παρά για οτιδήποτε άλλο. Τα οράματα αυτά δεν προκαλούν βαθύτατο δέος, φόβο Θεού και μετάνοια, που η αυθεντική εμπειρία της παρουσίας του Θεού προκαλεί στους χριστιανούς αγίους, η εμπειρία του Αποστόλου Παύλου στο δρόμο για τη Δαμασκό αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα μίας τέτοιας αυθεντικής εμπειρίας: «εν δε τω πορεύεσθαι εγένετο αυτόν εγγίζειν τη Δαμασκώ και εξαίφνης περιήστραψεν αυτόν φώς από του ουρανού, και πεσών επί την γήν ήκουσεν φωνήν λέγουσαν αυτώ, Σαούλ, Σαούλ, τι με διώκεις; Είπε δε, τις ει, Κύριε; Ο δε Κύριος είπεν, εγώ είμι Ιησούς ον συ διώκεις, αλλά ανάστηθι και είσελθε εις την πόλιν, και λαληθήσεταί σοι τι σε δεί ποιείν. Οι δε άνδρες οι συνοδεύοντες αυτώ ειστήκεισαν ενεοί, ακούοντες μεν της φωνής, μηδένα δε θεωρούντες. Ηγέρθη δε ο Σαύλος από της γής, ανεωγμένων δε των οφθαλμών αυτού ουδένα έβλεπε, χειραγωγούντες δε αυτόν εισήγαγον εις Δαμασκόν. Και ην ημέρας τρείς μη βλέπων, και ουκ έφαγεν ουδέ έπιεν (Πράξεις Αποστόλων).Αντίθετα, οι σύγχρονες εμπειρίες προκαλούν κάτι που θυμίζει περισσότερο την «άνεση» και τη «γαλήνη» των μοντέρνων πνευματιστικών και πεντηκοστιανών κινήσεων.Ωστόσο δεν μπορούμε να μην παραδεχθούμε ότι αυτές οι εμπειρίες είναι ασυνήθιστες, πολλές δεν μπορούν να υποτιμηθούν ως απλές παραισθήσεις και φαίνονται να λαμβάνουν χώρα εκτός των ορίων της γήινης ζωής, όπως αυτή εννοείται γενικά, σε έναν κόσμο κάπου μεταξύ ζωής και θανάτου, αν μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει κάτι τέτοιο.
Αμέσως παρακάτω θα διαλευκάνουμε τη φύση αυτού του κόσμου, εξετάζοντας πρώτα απ’ όλα την αυθεντική Χριστιανική μαρτυρία, και κατόπιν – όπως κάνει ο Δρ. Μούντυ και πολλοί άλλοι που έχουν γράψει σχετικά με το θέμα – θα εξετάσουμε τα κείμενα των σύγχρονων αποκρυφιστών και άλλων, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι έχουν ταξιδέψει στον κόσμο τον οποίο θα ερευνήσουμε. Τα ευρήματα αυτής της τελευταίας πηγής, εάν κατανοηθούν ορθά, προσφέρουν μία εκπληκτική επιβεβαίωση της Χριστιανικής αλήθειας.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν θέτοντας το ερώτημα: ποιος είναι εκείνος ο κόσμος, σύμφωνα με τη Χριστιανική διδασκαλία, στον οποίο εισέρχεται πρώτα η ψυχή μετά το θάνατο;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου