Ἡ ἑορτή τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀποτελεῖ ὑπόμνηση στόν καθέναν μας τί σημαίνει νά μποροῦμε νά δοξάζουμε τόν Θεό, καθιστώντας τόν ἑαυτό μας σκηνή του. Διότι στό πρόσωπο τῆς Παναγίας μας ἡ ἀνθρώπινη φύση προσφέρεται στόν Μέγα Ἁρχιερέα Χριστό, ὁ ὁποῖος εἰσέρχεται ἅπαξ μόνος αὐτός γιά νά προσφέρει τόν ἑαυτό του θυσία «ὑπέρ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων» (Ἑβρ. 9, 7). Καί ἡ Παναγία γίνεται «θησαύρισμα τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ», ὅπως ἀναφέρει τό κοντάκιο τῆς ἑορτῆς.
Γονεῖς πού ἀγαποῦν ἀληθινά
Τήν ὑποδέχεται ὁ ἀρχιερέας Ζαχαρίας μετά λαμπάδων, διότι ὁ Θεός τόν ἔχει πληροφορήσει γι’ αὐτήν. Τήν ἀφήνουν οἱ γονεῖς της, ὁ Ἰωακείμ καί ἡ Ἄννα, στόν ναό καί στόν Θεό, ὄχι διότι αὐτοί δέν μποροῦν νά τήν μεγαλώσουν, ἀλλά διότι αἰσθάνονται ὅτι αὐτός ὁ θησαυρός δέν τούς ἀνήκει πλέον. Εἶναι τοῦ Θεοῦ καί σέ Ἐκεῖνον πρέπει νά ἐπιστραφεῖ. Εἶναι οἱ γεννήτορές της, ἀλλά ἐκείνη θά γεννήσει Αὐτόν πού θά ἀναγεννήσει τήν ὕπαρξή μας ἀπό τόν θάνατο. Ἔτσι, οἱ γονεῖς νιώθουν ὅτι αὐτό τό παιδί ἔχει κληθεῖ γιά μίαν ἄλλη ἀποστολή. Δέν θά εἶναι πλέον τό παιδί τους, ἀλλά αὐτή πού θά δοξάσει στόν Θεό ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος. Καί γι’ αὐτό ὅ,τι τῆς ἔμαθαν γίνεται προσευχή. Γίνεται κοινωνία Θεοῦ. Γίνεται ἐμπιστοσύνη στό θέλημά του. Καί οἱ ἴδιοι οἱ γονεῖς πρόωρα ἀποσύρονται ἀπό τή ζωή της. Διότι νιώθουν ὅτι ἡ χαρά πού ἔλαβαν μέ τή γέννησή της θά γίνει χαρά τοῦ σύμπαντος κόσμου. Ἔτσι εἶναι ἡ ἀγάπη αὐτῶν πού πιστεύουν ἀληθινά στόν Θεό. Ἀνοιχτή πρός ὅλους. Ἕτοιμη νά ἀφήσει στήν ἄκρη ἀκόμη καί ὅ,τι εἶναι ἀπό τά κύρια στοιχεῖα τῶν ἀνθρώπινων σχέσεων, αὐτό πού ὀνομάζουμε «κτητικότητα». Τό «μοῦ ἀνήκει». Τό «εἶναι δικό μου».
Ἡ Παναγία, ἐπουράνιος ναός
Ἡ εἴσοδος τῆς Παναγίας στόν ναό τοῦ Θεοῦ ἀνοίγει τόν δρόμο γι’ αὐτό πού θά συμβεῖ ἀργότερα: τόν ἐρχομό τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Θεός δίνει τόν ἁγιασμό στήν Παναγία ὄχι μόνο στήν ἡλικία τῶν τριῶν χρόνων, ἀλλά σέ ὅλη της τή ζωή. Θά ἐργαστεῖ μέ τήν προσευχή, τήν ἄσκηση, τή διακονία στά Ἅγια τῶν Ἁγίων, μέ τή λήψη τῆς τροφῆς πού ὁ ἄγγελος τοῦ Θεοῦ τῆς φέρνει, ὥστε νά εἶναι ἕτοιμη ἀπό ἕνα μέλος τοῦ ἐπίγειου, τοῦ χειροποίητου ναοῦ, νά προσλάβει τόν Θεάνθρωπο καί νά καταστήσει τόν ἑαυτό της ναό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Θά πεῖ τό «ναί» ἐξ ὀνόματος ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας στήν κλήση τοῦ Θεοῦ νά γίνει μητέρα του, καί, ὅπως καί οἱ γονεῖς της, θά μοιραστεῖ τόν υἱό της μέ ὅλη τήν ἀνθρωπότητα. Δέν θά τόν κρατήσει γιά τόν ἑαυτό της, ἀλλά θά ἀντιπροσφέρει τό δῶρο πού ἔλαβε σέ ὅλους. Στόν ἐπίγειο ναό θά σπουδάσει τήν ἀγάπη γιά τόν Θεό. Καθιστάμενη ἡ ἴδια ναός τοῦ ἐπουρανίου, θά μοιραστεῖ αὐτή τήν ἀγάπη μέ ὅλους καί θά συνεχίσει νά τήν μοιράζεται, καθώς ἦταν καί παραμένει μεσίτρια πάντων.
Ἡ ἀγάπη εἶναι θυσία
Ὁ Χριστός θά μᾶς δείξει ὅτι τό ἐπιστέγασμα τῆς ἀγάπης εἶναι ἡ θυσία. Ἐκεῖνος θυσιάστηκε γιά τίς ἁμαρτίες μας, γι’ αὐτές πού γνωρίζουμε καί γιά ἐκεῖνες πού ἀγνοοῦμε. Καί ἡ θυσία του γίνεται ζωή. Ἡ Παναγία ἄφησε πίσω της τά ἀνθρώπινα, τούς γονεῖς της, τήν παιδικότητά της, τό δικαίωμα στήν ἐπίγεια χαρά καί εὐτυχία καί εἶπε τό δικό της «ναί» στήν ἀγάπη πού γίνεται θυσία. Καί μᾶς καλεῖ στόν ἐπίγειο ναό νά προσφέρουμε τόν ἑαυτό μας, τά πάθη μας καί τά λάθη μας, τό αἴσθημα ὅτι ὑπάρχουμε γιά τό «ἐγώ» μας, καί νά ἀνοιχτοῦμε στήν ἀγάπη. Στόν ἰουδαϊκό ναό μόνο ὁ ἀρχιερέας ἔμπαινε στά ἅγια τῶν ἁγίων. Στούς δικούς μας ὀρθόδοξους χριστιανικούς ναούς, τά ἅγια τῶν ἁγίων ἐξέρχονται πρός ἐμᾶς καί μεταλαμβάνουμε τή θυσία τοῦ Χριστοῦ μας. Γινόμαστε ἔτσι, ὅσο μποροῦμε, σάν τήν Παναγία, δηλαδή σκηνή τοῦ ἐπουρανίου Θεοῦ. Ἄς τήν μιμηθοῦμε καί στήν πνευματική μας προετοιμασία, στή χαρά νά εἴμαστε μέλη τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ.
ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ