Translate

Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2020

Ο Απόστολος και το Ευαγγέλιο για σήμερα Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου

Ο άγιος Σώζων (Σώστης) – 7 Σεπτεμβρίου | Διακόνημα

 Ευαγγέλιο σήμερα Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Δ´ 10 – 23

10 Ὃτε δὲ ἐγένετο κατὰ μόνας, ἠρώτησαν αὐτὸν οἱ περὶ αὐτὸν σὺν τοῖς δώδεκα τὴν παραβολήν. 11 καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ· ἐκείνοις δὲ τοῖς ἔξω ἐν παραβολαῖς τὰ πάντα γίνεται, 12 ἵνα βλέποντες βλέπωσι καὶ μὴ ἴδωσι, καὶ ἀκούοντες ἀκούωσι καὶ μὴ συνιῶσι, μήποτε ἐπιστρέψωσι καὶ ἀφεθῇ αὐτοῖς τὰ ἁμαρτήματα. 13 καὶ λέγει αὐτοῖς· Οὐκ οἴδατε τὴν παραβολὴν ταύτην, καὶ πῶς πάσας τὰς παραβολὰς γνώσεσθε; 14 ὁ σπείρων τὸν λόγον σπείρει. 15 οὗτοι δέ εἰσιν οἱ παρὰ τὴν ὁδὸν ὅπου σπείρεται ὁ λόγος, καὶ ὅταν ἀκούσωσιν εὐθὺς ἔρχεται ὁ σατανᾶς καὶ αἴρει τὸν λόγον τὸν ἐσπαρμένον ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν. 16 καὶ οὗτοι ὁμοίως εἰσὶν οἱ ἐπὶ τὰ πετρώδη σπειρόμενοι, οἳ ὅταν ἀκούσωσι τὸν λόγον, εὐθὺς μετὰ χαρᾶς λαμβάνουσιν αὐτόν, 17 καὶ οὐκ ἔχουσι ῥίζαν ἐν ἑαυτοῖς, ἀλλὰ πρόσκαιροί εἰσιν· εἶτα γενομένης θλίψεως ἢ διωγμοῦ διὰ τὸν λόγον, εὐθὺς σκανδαλίζονται. 18 καὶ οὗτοί εἰσιν οἱ εἰς τὰς ἀκάνθας σπειρόμενοι, οἱ τὸν λόγον ἀκούοντες, 19 καὶ αἱ μέριμναι τοῦ αἰῶνος τούτου καὶ ἡ ἀπάτη τοῦ πλούτου καὶ αἱ περὶ τὰ λοιπὰ ἐπιθυμίαι εἰσπορευόμεναι συμπνίγουσι τὸν λόγον, καὶ ἄκαρπος γίνεται. 20 καὶ οὗτοί εἰσιν οἱ ἐπὶ τὴν γῆν τὴν καλὴν σπαρέντες, οἵτινες ἀκούουσι τὸν λόγον καὶ παραδέχονται, καὶ καρποφοροῦσιν ἓν τριάκοντα καὶ ἓν ἑξήκοντα καὶ ἓν ἑκατόν. 21 Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Μήτι ἔρχεται ὁ λύχνος ἵνα ὑπὸ τὸν μόδιον τεθῇ ἢ ὑπὸ τὴν κλίνην; οὐχ ἵνα ἐπὶ τὴν λυχνίαν ἐπιτεθῇ; 22 οὐ γάρ ἐστι κρυπτὸν ὃ ἐὰν μὴ φανερωθῇ, οὐδὲ ἐγένετο ἀπόκρυφον, ἀλλ’ ἵνα ἔλθῃ εἰς φανερόν. 23 εἴ τις ἔχει ὦτα ἀκούειν, ἀκουέτω.

Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Δ´ 10 – 23

10 Οταν δε ανεχώρησε ο λαός και έμεινε μόνος, τον ηρώτησαν οι γύρω από αυτόν μαζή με τους δώδεκα μαθητάς, δια το νόημα της παραβολής. 11 Και έλεγεν εις αυτούς· “εις σας, δια την καλήν σας διάθεσιν, εδόθη από τον Θεόν η σοφία και η δύναμις να γνωρίσετε τας μυστηριώδεις αληθείας της βασιλείας του Θεού. Εις εκείνους δε, που δεν έχουν την καλήν διάθεσιν και ευρίσκονται έξω από τον ιδικόν σας κύκλον, όλαι αι αλήθειαι προσφέρονται με παραβολάς. 12 Δι’ αυτό τους διδάσκω με παραβολάς, δια να βλέπουν μεν με τα μάτια του σώματος, να μην ημπορούν όμως να ίδουν βαθύτερα με τα μάτια της ψυχής. Και να ακούσουν καλά με τα σωματικά των αυτιά, αλλά να μη ημπορούν να ενοήσουν, μήπως τυχόν και επιστρέψουν κάποτε με μετάνοιαν στον Θεόν και τους συγχωρεθούν τα αμαρτήματα”. (Εάν δεν υπήρχεν εις αυτούς η σκλήρυνσις της ψυχής, η αδιαφορία να γνωρίσουν την αλήθειαν και το μίσος των εναντίον του Κυρίου, θα ήσαν εις θέσιν να εννοούν όσα ήκουον). 13 Και λέγει εις αυτούς· “δεν εκαταλάβατε, λοιπόν, το νόημα αυτής της παραβολής, η οποία είναι σχετικώς εύκολος, και πως θα κατανοήσετε όλας τας άλλας παραβολάς; 14 Ο γεωργός που σπέρνει, εικονίζει εκείνον που σπέρνει εις τας ψυχάς τον λόγον του Θεού. 15 Εκείνοι δε που εικονίζονται από τον δρόμον κοντά στον οποίον έπεσεν ο σπόρος, είναι αυτοί, στους οποίους σπείρεται ο λόγος και όταν τον ακούσουν, έρχεται αμέσως ο σατανάς και παίρνει τον λόγον, που έχει σπαρή εις τας καρδίας των. 16 Και εκείνοι επίσης που εικονίζονται με τα πετρώδη εδάφη, είναι όσοι, όταν ακούσουν τον λόγον, αμέσως τον δέχονται με χαράν. 17 Ομως δεν έχουν βαθείας ρίζας, σταθεράν πίστιν και απόφασιν, αλλ’ είναι προσωρινοί και εφήμεροι εις την πίστιν των. Επειτα όταν συμβή κάποια θλίψις η ένας διωγμός δια τον λόγον του Ευαγγελίου, αμέσως αυτοί σκοντάπτουν, κλονίζονται και χάνουν την πίστιν των. 18 Και εκείνοι, οι οποίοι παρομοιάζονται με τα αγκάθια, όπου σπείρεται ο λόγος, είναι όσοι ακούουν τον λόγον του Θεού, 19 αλλά αι φροντίδες της παρούσης ζωής και το ξεγέλασμα του πλούτου και αι άλλαι επιθυμίαι δια τας ηδονάς και απολαύσστου κόσμου, αποπνίγουν τον λόγον και έτσι αυτός γίνεται άκαρπος. 20 Και εκείνοι που εικονίζονται με την καλήν γην, είναι όσοι ακούσουν τον λόγον και τον δέχονται με όλην των την καρδιά και καρποφορούν τριάντα και εξήντα και εκατό φορές περισσότερο”. 21 Και έλεγεν εις αυτούς· “αυτά που σας εδίδαξα είναι φως, αλλά μήπως φέρνουν τον αναμμένον λύχνον δια τον θέσουν κάτω από το μόδιο-από το δοχείον που μετρούν το σιτάρι-η κάτω από το κρεββάτι; Οχι βέβαια, αλλά δια να τον θέσουν στον λυχνοστάτην. (Σεις είσθε ο λύχνος ο αναμμένος, το πνευματικόν φως. Με τα λόγια και με το παράδειγμά σας πρέπει να φωτίζετε τους άλλους και να μη κρύπτετε αυτά, που έχετε ακούσει από εμέ). 22 Διότι δεν υπάρχει τίποτε κρυφόν και μυστικόν, που να μη φανερωθή και κανένα απόκρυφον που να μη έλθη στο φως. 23 Εάν κανείς έχη αυτιά να ακούη, ας ακούση τας διδασκαλίας αυτάς”.

Απόστολος σήμερα Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου

 ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β’ ΙΒ´ 10 – 19

10 διὸ εὐδοκῶ ἐν ἀσθενείαις, ἐν ὕβρεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν διωγμοῖς, ἐν στενοχωρίαις, ὑπὲρ Χριστοῦ· ὅταν γὰρ ἀσθενῶ, τότε δυνατός εἰμι. 11 Γέγονα ἄφρων καυχώμενος! ὑμεῖς με ἠναγκάσατε. ἐγὼ γὰρ ὤφειλον ὑφ’ ὑμῶν συνίστασθαι· οὐδὲν γὰρ ὑστέρησα τῶν ὑπερλίαν ἀποστόλων, εἰ καὶ οὐδέν εἰμι. 12 τὰ μὲν σημεῖα τοῦ ἀποστόλου κατειργάσθην ἐν ὑμῖν ἐν πάσῃ ὑπομονῇ, ἐν σημείοις καὶ τέρασι καὶ δυνάμεσι. 13 Τί γάρ ἐστιν ὃ ἡττήθητε ὑπὲρ τὰς λοιπὰς ἐκκλησίας, εἰ μὴ ὅτι αὐτὸς ἐγὼ οὐ κατενάρκησα ὑμῶν; χαρίσασθέ μοι τὴν ἀδικίαν ταύτην. 14 Ἰδοὺ τρίτον ἑτοίμως ἔχω ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς, καὶ οὐ καταναρκήσω ὑμῶν· οὐ γὰρ ζητῶ τὰ ὑμῶν, ἀλλὰ ὑμᾶς. οὐ γὰρ ὀφείλει τὰ τέκνα τοῖς γονεῦσι θησαυρίζειν, ἀλλ’ οἱ γονεῖς τοῖς τέκνοις. 15 ἐγὼ δὲ ἥδιστα δαπανήσω καὶ ἐκδαπανηθήσομαι ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν, εἰ καὶ περισσοτέρως ὑμᾶς ἀγαπῶν ἧττον ἀγαπῶμαι. 16 ἔστω δέ, ἐγὼ οὐ κατεβάρησα ὑμᾶς, ἀλλ’ ὑπάρχων πανοῦργος δόλῳ ὑμᾶς ἔλαβον. 17 μή τινα ὧν ἀπέσταλκα πρὸς ὑμᾶς, δι’ αὐτοῦ ἐπλεονέκτησα ὑμᾶς; 18 παρεκάλεσα Τίτον καὶ συναπέστειλα τὸν ἀδελφόν· μήτι ἐπλεονέκτησεν ὑμᾶς Τίτος; οὐ τῷ αὐτῷ πνεύματι περιεπατήσαμεν; οὐ τοῖς αὐτοῖς ἴχνεσι; 19 Πάλιν δοκεῖτε ὅτι ὑμῖν ἀπολογούμεθα; κατενώπιον τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ λαλοῦμεν· τὰ δὲ πάντα, ἀγαπητοί, ὑπὲρ τῆς ὑμῶν οἰκοδομῆς.

 Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β’ ΙΒ´ 10 – 19

10 Δια τούτο δοκιμάζω εσωτερικήν χαράν και ευφροσύνην εις τας ασθενείας, εις τας ύβρεις, εις τας ανάγκας, στους διωγμούς, εις τας στενοχωρίας, τας οποίας υφίσταμαι και υπομένω δια τον Χριστόν. Διότι όταν ευρίσκωμαι υπό το κράτος αυτών των ασθενειών, τότε με την χάριν του Θεού γίνομαι και είμαι δυνατός. 11 Εγινα ανόητος, που έχω καυχηθή έτσι! Αλλά σεις με αναγκάσατε. Διότι εγώ έπρεπε από σας να συσταίνωμαι, και όχι εγώ να συσταίνω τον ευατόν μου εις σας. Επειδή, όπως και σεις ξέρετε, δεν έχω υστερήσει εις τίποτε και δεν έχω φανή κατώτερος και από τους πλέον επισήμους μεταξύ των Αποστόλων, αν και εγώ από τον εαυτόν μου δεν είμαι τίποτε. 12 Ολα τα γνωρίσματα, που αποδεικνύουν και πιστοποιούν το αξίωμα του Αποστόλου, έχουν πραγματοποιηθή μεταξύ σας από εμέ με κάθε υπομονήν και με θαύματα, με καταπληκτικά έργα και υπερφυσικάς δυνάμεις. 13 Διότι τι είναι εκείνο στον οποίον έχετε νικηθή και έχετε υστερήσει απέναντι των άλλων Εκκλησιών, παρά μόνον το ότι εγώ δεν σας επεβάρυνα με τα έξοδα της συντηρήσεώς μου; Εάν έπταισα στούτο, συγχωρήσετέ μου αυτήν την αδικίαν. 14 Ιδού, τρίτην φοράν τώραν ετοιμάζομαι να έλθω προς σας και δεν θα σας επιβαρύνω. Διότι εγώ δεν ζητώ τα αγαθά τα ιδικά σας, αλλά ζητώ σας τους ιδίους δια τον Χριστόν. Αλλωστε δεν οφείλουν τα τέκνα να θησαυρίζουν δια τους γονείς, αλλ’ οι γονείς να θησαυρίζουν δια τα τέκνα. 15 Εγώ δε, σαν πατέρας σας που είμαι, με όλη μου την ευχαρίστησιν θα δαπανήσω για σας χρήματα, αλλά και θα δαπανηθώ ολόκληρος δια την σωτηρίαν των ψυχών σας. Αν και-ας πω αυτό το παράπονον-ενώ εγώ σας αγαπώ περισσότερον, σεις ολιγώτερον με αγαπάτε. 16 Εστω, εγώ δεν σας επεβάρυνα, αλλά, όπως λέγουν οι συκοφάνται μου, επειδή είμαι πανούργος, σας επιασα με δολιότητα και σας έφερα με το μέρος μου. 17 Εις Ποίον όμως σημείον έδειξα αυτήν την πανουργίαν και δολιότητά μου; Μηπως με κανένα από εκείνους, που σας έχω στείλει, σας επήρα πλεονεκτικώς και με απάτην χρήματα; 18 Παρεκάλεσα τον Τιτον να σας επισκεφθή και μαζή με αυτόν έστειλα και τον αδελφόν. Μηπως ο Τιτος σας εξεγέλασε και σας επήρε χρήματα; Δεν επολιτεύθημεν όλοι απέναντι σας με το αυτό φρόνημα και με τον αυτόν τρόπον; Δεν εβαδίσαμεν όλοι εις τα ίδια ίχνη; 19 Μηπως πάλιν νομίζετε, ότι απολογούμεθα ενώπιόν σας; Οχι, αλλ’ ομολούμεν ενώπιον του Θεού, εν Χριστώ Ιησού. Οσα δε λέγομεν και πράττομεν, αγαπητοί, τα κάμνουν χάριν της ιδικής σας πνευματικής προόδου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: