Έλεγε ο αββάς Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης: «Βίος χωρίς λόγια είναι πιο ωφέλιμος από λόγια χωρίς βίο. Ο ένας και με τη σιγή ωφελεί. Ο άλλος και με τη φωνή ζημιώνει. Αν όμως λόγια και βίος συμπίπτουν, αποτελούν άκρας φιλοσοφίας κατόρθωμα» (από το «Γεροντικό»)
Η εποχή μας είναι η εποχή των λόγων. Δεν έχει σημασία αν εκφέρονται με τη φωνή. Τα σχόλια στο Διαδίκτυο, οι εικόνες που αξίζουν όσο χίλιες λέξεις, η ανάγκη να μην κρύβουμε την άποψή μας διότι είναι σημαντική όπως πιστεύουμε, αποτελούν τρόπους φανέρωσης του ποιοι είμαστε. Ασταμάτητοι είμαστε οι άνθρωποι, συχνά και ασυνάρτητοι. Ποιος να ακούσει τον ασκητικό λόγο ότι ο βίος χωρίς λόγια είναι πιο ωφέλιμος από τα λόγια χωρίς βίο. Ο ασκητής αναφέρεται στη ζωή με νόημα, όχι στον βίο τον αβίωτο. Και η ζωή με νόημα δεν χρειάζεται πολλά λόγια. Αντίθετα, και η σιωπή διδάσκει, όταν ο άνθρωπος νιώθει την αγάπη, την ελπίδα, την ανάσταση. Όταν μπορεί να μοιραστεί ένα χαμόγελο. Να σταθεί στο δάκρυ του άλλου. Να νιώσει ότι η προσευχή είναι αληθινή βοήθεια και να την κάνει γι’ αυτόν που τον δυσκολεύει. Όταν όμως λες χωρίς να ζεις, τότε μπορεί να κάνεις θόρυβο, αλλά ούτε ωφελείς ούτε ωφελείσαι.
Οι άνθρωποι σήμερα έχουμε έντονη την τάση της αυτοδικαίωσης, η οποία συνοδεύει την περιαυτολογία. Σαν να αισθανόμαστε ότι έχουμε κάτι να αποδείξουμε, τα παιδιά στους γονείς, οι μαθητές στους δασκάλους, οι εργαζόμενοι στ’ αφεντικά, οι φτωχοί στους πλούσιους, οι άσχημοι στους όμορφους. Μεγαλώνουμε σε ένα κλίμα όπου το δίκιο μας πρέπει να εκφράζεται και να αναγνωρίζεται. Ακόμη και οι καλές μας πράξεις χρειάζεται να προβληθούν, γιατί αλλιώς μοιάζουν χωρίς νόημα. Αν δεν μας ανταποδοθεί αυτό που θεωρούμε ότι μας αξίζει, τότε μελαγχολούμε. Απογοητευόμαστε. Αισθανόμαστε ότι κι αν αξίζουμε, ποιος το νιώθει; Τα λόγια μας κρύβουν μια περηφάνια, όχι της δημιουργικότητας, της χαράς και της αξιοπρέπειας, αλλά αυτή της λύσσας ότι «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;». Και δεν διστάζουμε να πληγώσουμε, επειδή είμαστε πληγωμένοι. Να εκδικηθούμε, γιατί οι άλλοι δεν είναι όπως τους θέλουμε.
Η πνευματική μας παράδοση μάς μιλά για τη γλώσσα της σιωπής. Αυτή που βγαίνει μέσα από την αγάπη και την έγνοια για τον άλλον. Ο βίος χωρίς λόγια είναι απότοκος μιας ταπεινοσύνης, η οποία κερδίζει τον ουρανό και ομορφαίνει τη γη. Γιατί να τη δείξουμε; Μα γιατί κληθήκαμε να ωφελούμε. Αυτή είναι η πεμπτουσία της αγάπης. Το να προσφέρεις, να διδάσκεις, όχι χωρίς αλήθεια, αλλά χωρίς απαίτηση να είσαι ο πρώτος. Δείξε τον δρόμο κι ας μην σ’ ακούνε. Άφησε στον Θεό τον θερισμό, αλλά μη φοβηθείς να σπείρεις. Ας είσαι ο ελάχιστος. Σωζόμαστε δίνοντας ένα πιάτο φαγητό, ένα ποτήρι νερό, ένα ρούχο που μας περισσεύει, κάνοντας μια προσευχή για τον ξένο, τον άρρωστο, τον απόκληρο. Γιατί η πίστη δεν θέλει πολλά.
«Μάλλον θόρυβος γίνεται». Ζούμε σε μια εποχή στην οποία όποιος φωνάξει, αισθάνεται ότι εισακούεται και κερδίζει. Μας λείπει η φωνή της δεήσεως. Της εναπόθεσης της ελπίδας μας στον μεγάλο Ταπεινό. Αυτόν που είναι πάντα δίπλα μας κι ας μοιάζει σιωπηλός. Εκείνος θα μας δώσει ό,τι αληθινό. Της αγάπης τελικά τον δρόμο.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»
Στο φύλλο της Τετάρτης 2 Ιουλίου 2025